Οι νέες διατάξεις για τη φορολόγηση παροχών σε είδος
Αφορολόγητο 300 ευρώ με ισχύ από 1/1/2020
Η αξία της παροχής προς εργαζομένους, εταίρους, μετόχους ή συγγενικά πρόσωπα αυτών, η οποία υπερβαίνει τα 300 ευρώ ανά φορολογικό έτος, στον συνυπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος από μισθωτή εργασία του υπόχρεου φυσικού προσώπου θα ληφθεί υπόψη μόνο το υπερβάλλον, πέραν των 300 ευρώ, ποσό της αξίας της παροχής και όχι το σύνολο αυτής.
Από το ύψος του ανωτέρω ποσού των 300 ευρώ, που λειτουργεί πλέον ως αφορολόγητο, εξαιρούνται η παραχώρηση ή φόρτιση οχήματος μηδενικών ή χαμηλών ρύπων (έως 50 γρ. CO2/χλμ.) και ισχύουν υψηλότερα ποσά για τον υπολογισμό της παροχής, ενώ σε περίπτωση παροχής σε είδος με τη μορφή δανείου, ανεξαρτήτως εάν η σύμβαση έχει συναφθεί εγγράφως ή όχι, το ύψος της παροχής συνίσταται στη διαφορά που προκύπτει μεταξύ των τόκων που θα κατέβαλλε ο εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος στη διάρκεια του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο έλαβε την παροχή, εάν το επιτόκιο υπολογισμού των τόκων ήταν το μέσο επιτόκιο αγοράς κατά τον ίδιο μήνα και των τόκων που τυχόν κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του εν λόγω ημερολογιακού μήνα.
Οι ανωτέρω αλλαγές, που τίθενται σε ισχύ για τα φορολογικά έτη που άρχισαν από την 1η Ιανουαρίου 2020 και μετά, επέρχονται με τις νέες διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, σύμφωνα με τις οποίες οποιεσδήποτε παροχές σε είδος λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού κατά την έννοια της περίπτωσης στ’ του άρθρου 2 του ΚΦΕ, συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των 300 ευρώ ανά φορολογικό έτος και μόνο για το υπερβάλλον ποσό.
Καθίσταται σαφές, μάλιστα, ότι εφόσον η αξία της παροχής προς εργαζομένους, εταίρους, μετόχους ή συγγενικά πρόσωπα αυτών υπερβαίνει τα 300 ευρώ ανά φορολογικό έτος, στον συνυπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος από μισθωτή εργασία του υπόχρεου φυσικού προσώπου θα ληφθεί υπόψη μόνο το υπερβάλλον, πέραν των 300 ευρώ, ποσό της αξίας της παροχής και όχι το σύνολο αυτής.
Υπενθυμίζεται ότι οι παροχές σε είδος που δίνονται στο προσωπικό μιας επιχείρησης σύμφωνα με επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας δεν θεωρούνται εισόδημα από μισθωτή εργασία για τους δικαιούχους, δεδομένου ότι αυτές δίνονται προκειμένου να καλύψουν τις εργασιακές ανάγκες των εργαζομένων της επιχείρησης.
Όσον αφορά τον υπολογισμό της παροχής σε είδος με τη μορφή της παραχώρησης οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο, γίνεται πλέον με την εφαρμογή προοδευτικής κλίμακας και όχι ως ποσοστό στο σύνολο της λιανικής τιμής προ φόρων του οχήματος.
Για παράδειγμα, για αυτοκίνητο με Λιανική Τιμή Προ Φόρων (ΛΤΠΦ) 27.000 ευρώ, η αξία παραχώρησης (παροχή σε είδος) υπολογίζεται ως εξής:
* 3.900 για το τμήμα της ΛΤΠΦ ως 25.000 ευρώ και
* για τις υπολειπόμενες 2.000 ευρώ της ΛΤΠΦ επιπλέον ποσό 2.000 Χ 37% = 740 ευρώ.
* Σύνολο: 3.900 + 740 = 4.640 ευρώ
Αν το όχημα έχει παλαιότητα πέντε έτη, τότε η αξία παραχώρησης (4.640 ευρώ) λαμβάνεται μειωμένη κατά 10% (ήτοι κατά 464 ευρώ) και διαμορφώνεται σε 4.176 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνεται ότι δεν θεωρούνται παροχή σε είδος τα οχήματα που παραχωρούνται αποκλειστικά για επαγγελματικούς σκοπούς και έχουν ΛΤΠΦ έως 17.000 ευρώ, αντί 12.000 που ίσχυε με το προηγούμενο καθεστώς. Αν τα οχήματα αυτά έχουν ΛΤΠΦ άνω των 17.000 ευρώ, τότε για αυτά υπολογίζεται παροχή σε είδος με βάση τη συνολική ΛΤΠΦ.
Ποια οχήματα εξαιρούνται
Οι νέες διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος δεν ισχύουν για οχήματα (ανεξαρτήτως ΛΤΠΦ) από τη χρήση των οποίων δεν προκύπτει όφελος για τον χρήστη. Ενδεικτικά, ως τέτοια οχήματα νοούνται τα ακόλουθα:
– Τα οχήματα δοκιμών (test drive) που διαθέτουν οι επιχειρήσεις εμπορίας αυτοκινήτων.
– Τα οχήματα μεταφοράς προσωπικού (π.χ. mini bus).
– Τα οχήματα που χρησιμοποιούν επιχειρήσεις (π.χ. ξενοδοχειακές) για μεταφορά καλεσμένων ή πελατών τους.
– Τα οχήματα που παραχωρούν προσωρινά οι επιχειρήσεις επισκευής και συντήρησης οχημάτων σε αντικατάσταση των επισκευαζόμενων.
– Τα οχήματα ιδιωτικής χρήσης που χρησιμοποιούνται από τις αεροπορικές εταιρείες και τις επιχειρήσεις διαχείρισης αεροδρομίων για την εξυπηρέτηση των αεροσκαφών και των επιβατών τους (αυτοκίνητα πίστας), καθώς και για τη μεταφορά VIPS ή προσωπικού.
Αξίζει να σημειωθεί, επίσης, ότι με βάση το νέο καθεστώς που εφαρμόζεται για τα οχήματα μηδενικών ή χαμηλών ρύπων (έως 50 γρ. CO2/χλμ.) ισχύουν τα εξής:
– Στην εξαίρεση από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία συμπεριλαμβάνεται και η αποζημίωση που καταβάλλεται από τον εργοδότη για τη δαπάνη ηλεκτρικού ρεύματος για τη φόρτιση ατομικού ή εταιρικού οχήματος μηδενικών ή χαμηλών ρύπων έως 50 γρ. CO2/χλμ., εφόσον αφορά έξοδα κίνησης που πραγματοποιήθηκαν από τον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του και αποδεικνύεται από νόμιμα παραστατικά.
– Εξαιρείται από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία η αγοραία αξία της παραχώρησης ενός οχήματος μηδενικών ή χαμηλών ρύπων έως 50 g CO2/Km και με Λιανική Τιμή Προ Φόρων (ΛΤΠΦ) έως 40.000 ευρώ, προς έναν εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, με το υπόλοιπο της αξίας να θεωρείται φορολογητέο εισόδημα.
Τι ισχύει σε περιπτώσεις με τη μορφή δανείου
Με τις νέες διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ορίζεται ότι σε περίπτωση παροχής σε είδος με τη μορφή δανείου, ανεξαρτήτως εάν η σύμβαση έχει συναφθεί εγγράφως ή όχι, το ύψος της παροχής συνίσταται στη διαφορά που προκύπτει μεταξύ των τόκων που θα κατέβαλλε ο εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος στη διάρκεια του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο έλαβε την παροχή, εάν το επιτόκιο υπολογισμού των τόκων ήταν το μέσο επιτόκιο αγοράς κατά τον ίδιο μήνα και των τόκων που τυχόν κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του εν λόγω ημερολογιακού μήνα.
Οι αντισυμβαλλόμενοι
Επισημαίνεται ότι για τον προσδιορισμό της ανωτέρω διαφοράς τόκων, επί μη ύπαρξης έγγραφης συμφωνίας δανείου, εναπόκειται στα αντισυμβαλλόμενα μέρη να αποδείξουν τη διάρκεια του δανείου, επιτόκιο, δόσεις, σκοπό κ.λπ., με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο (π.χ. σχετικές εγγραφές στα βιβλία της εργοδότριας επιχείρησης και καταβολή και επιστροφή του δανείου με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής κ.λπ.).
Σε όσες περιπτώσεις, βέβαια, δεν υφίσταται έγγραφη σύμβαση δανείου και δεν είναι δυνατό να αποδειχθούν οι όροι της δανειακής σύμβασης, θεωρείται ότι το δάνειο έχει ληφθεί με μηδενικό επιτόκιο (άτοκο) και ως μέσο επιτόκιο αγοράς λαμβάνεται το επιτόκιο που ορίζει η Τράπεζα της Ελλάδος για τις υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς για τον μήνα κατά τον οποίο ελήφθη η παροχή.
Σχετικά με τις προκαταβολές μισθών επισημαίνεται ότι τα ποσά που υπερβαίνουν τους τρεις μισθούς θεωρούνται δάνειο, ενώ προκαταβολές μισθών, ανεξαρτήτως του ύψους τους, δεν θεωρούνται δάνειο όταν εξοφλούνται στο σύνολό τους, έναντι των αντίστοιχων μελλοντικών μισθών, δηλαδή για τους επόμενους μήνες δεν θα καταβληθούν στον εργαζόμενο οι αποδοχές του έως ότου αποσβεστεί ολοσχερώς το ποσό της προκαταβολής. Αντίθετα, σε περίπτωση που οι προκαταβολές μισθών εξοφλούνται διά μηνιαίων κρατήσεων από τις αποδοχές του εργαζομένου, τότε θεωρούνται δάνειο και ως εκ τούτου συνιστούν παροχή σε είδος για την οποία εφαρμόζονται τα ως άνω οριζόμενα.
Ενδεικτικό παράδειγμα
Για παράδειγμα: Έστω ότι εργαζόμενος με μηνιαίες αποδοχές 1.000 ευρώ λαμβάνει από τον εργοδότη του τον Μάρτιο ποσό 2.500 ευρώ (δυόμισι μισθούς) ως προκαταβολή μισθού και συμφωνείται ότι δεν θα του καταβληθούν καθόλου αποδοχές για τους επόμενους μήνες μέχρι να αποπληρωθεί το εν λόγω ποσό. Πιο συγκεκριμένα, δεν θα του καταβληθούν αποδοχές για τον Απρίλιο και τον Μάιο, ενώ τον Ιούνιο θα λάβει μειωμένες αποδοχές (500 ευρώ). Στην προκειμένη περίπτωση, το συνολικό ποσό των 2.500 ευρώ δεν θεωρείται δάνειο και ως εκ τούτου δεν συνιστά παροχή σε είδος, καθόσον δεν πραγματοποιείται εξόφληση διά μηνιαίων κρατήσεων, λόγω του ότι ο εργαζόμενος λαμβάνει αποδοχές κατά τον τελευταίο μήνα (Ιούνιο) αφότου έχει αποσβεστεί ολοσχερώς το οφειλόμενο ποσό.
Πηγή: Ναυτεμπορική