Φορολογικός οδηγός της ΕΕΤ για τις e-δαπάνες
Τα σημεία-κλειδιά για το «χτίσιμο» αφορολογήτου
Την προσοχή των φορολογουμένων για την κάλυψη του 30% του συνολικού ετησίου πραγματικού εισοδήματός τους με δαπάνες αγοράς αγαθών και λήψης υπηρεσιών, εξοφληθείσες διά ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής, εφιστά η Ελληνική Ένωση Τραπεζών (ΕΕΤ). Η υποχρέωση αυτή πρέπει να εκπληρωθεί φέτος από τους φορολογούμενους, προκειμένου να μην υποχρεωθούν να πληρώσουν επιπλέον φόρο με τις δηλώσεις εισοδήματος που θα υποβάλουν το 2021 για το φορολογικό έτος 2020. Ενώ απομένουν πλέον στους φορολογούμενους μόλις 58 ημέρες μέχρι το τέλος του τρέχοντος φορολογικού έτους για να εκπληρώσουν τη συγκεκριμένη υποχρέωση, η ΕΕΤ ανήρτησε στην ιστοσελίδα της έναν αναλυτικό ενημερωτικό φορολογικό οδηγό, παραθέτοντας τις πιο συχνές ερωτήσεις και απαντήσεις σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής του συγκεκριμένου μέτρου. Σημειώνεται πως αν οι e-δαπάνες είναι λιγότερες από το απαιτούμενο ποσό, τότε επιβάλλεται φόρος 22% στη διαφορά.
Από τις απαντήσεις που δίδονται μέσω του οδηγού της ΕΕΤ προκύπτουν τα εξής ενδιαφέροντα σημεία, που είναι καλό να γνωρίζουν οι ενδιαφερόμενοι:
1. Ως «ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής», με τα οποία πρέπει κάθε υπόχρεος να εξοφλεί τις προσωπικές του δαπάνες για απόκτηση αγαθών και λήψη υπηρεσιών ώστε να γλιτώσει από την πληρωμή επιπλέον φόρου εισοδήματος νοούνται:
* οι κάρτες και μέσα πληρωμής με κάρτες (χρεωστικές, πιστωτικές ή προπληρωμένες κάρτες),
* η πληρωμή μέσω λογαριασμού πληρωμών Παρόχων Υπηρεσιών Πληρωμών του ν. 4537/2018 (μεταφορά πίστωσης, εντολές άμεσης χρέωσης, πάγιες εντολές, τραπεζικές ή ταχυδρομικές επιταγές),
* η πληρωμή μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking), ηλεκτρονικού πορτοφολιού (e-wallet), paypal κ.λπ., καθώς και
* η καταβολή μετρητών προς Παρόχους Υπηρεσιών Πληρωμών του ν. 4537/2018 (σε γκισέ ή σε μηχάνημα easy-pay).
2. Το απαιτούμενο ποσό δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής για κάθε φορολογικό έτος ορίζεται σε ποσοστό 30% του πραγματικού εισοδήματος, που προκύπτει στην ημεδαπή ή/και στην αλλοδαπή και προέρχεται από μισθωτή εργασία και συντάξεις, από επιχειρηματική – αγροτική δραστηριότητα και από ακίνητη περιουσία και μέχρι ποσού δαπανών 20.000 ευρώ. Στις δαπάνες που λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη του απαιτούμενου ποσοστού περιλαμβάνονται τα περισσότερα από τα καθημερινά, μηνιαία και ετήσια έξοδα κάθε νοικοκυριού, όπως οι δαπάνες για αγορές τροφίμων, ποτών, ρούχων, παπουτσιών, κλινοσκεπασμάτων, χαρτικών ειδών, τσιγάρων, ειδών υγιεινής και καθαριότητος, για αγορές ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών συσκευών, επίπλων και άλλων διαρκών ειδών οικιακής χρήσης, οι δαπάνες για παντός είδους υπηρεσίες επισκευών, καθώς και τα έξοδα για πληρωμές λογαριασμών ΔΕΚΟ και κοινοχρήστων, για δίδακτρα, ιατρικές επισκέψεις, ιατρικές εξετάσεις, νοσήλια και ασφάλιστρα. Εξαιρούνται οι πληρωμές για ενοίκια, δάνεια, φόρους και τέλη υπέρ του Δημοσίου, καθώς και οι δαπάνες για αγορές ακινήτων, αυτοκινήτων, δικύκλων (πλην ποδηλάτων), σκαφών, αεροπλάνων, αεροσκαφών, αποταμιευτικών και επενδυτικών προϊόντων (μετοχών, ομολόγων κ.λπ.).
3. Στον υπολογισμό του πραγματικού εισοδήματος δεν περιλαμβάνονται το ποσό της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που αναλογεί με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και το ποσό της διατροφής που δίδεται από τον φορολογούμενο στον/στη διαζευγμένο/-η σύζυγο ή σε μέρος συμφώνου συμβίωσης ή/και σε εξαρτώμενο τέκνο του, εφόσον το ποσό αυτό καταβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής. Επιπλέον, στην έννοια του πραγματικού εισοδήματος δεν περιλαμβάνεται το επιπλέον εισόδημα, το οποίο προκύπτει από την ως προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων από την εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, για τα τεκμήρια διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.
4. Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία οι δαπάνες που έχει πραγματοποιήσει ο φορολογούμενος εντός του εκάστοτε φορολογικού έτους για καταβολές φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και ΕΝΦΙΑ (ανεξαρτήτως του χρόνου βεβαίωσης αυτών), για δανειακές υποχρεώσεις προσωπικές ή επαγγελματικές προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό), καθώς και για ενοίκια κατοικιών, επαγγελματικής στέγης και παιδιών που σπουδάζουν, υπερβαίνουν το 60% του πραγματικού εισοδήματος, τότε το απαιτούμενο ποσοστό δαπανών περιορίζεται από το 30% στο 20%. Προϋπόθεση είναι οι ανωτέρω δαπάνες να έχουν καταβληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής.
5. Σε περίπτωση που έχουν κατασχεθεί οι τραπεζικοί λογαριασμοί του φορολογούμενου, το ανώτατο όριο των δαπανών που πρέπει να καταβάλει με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής εντός του φορολογικού έτους περιορίζεται στις 5.000 ευρώ.
6. Οι ακόλουθες κατηγορίες φορολογουμένων απαλλάσσονται από την υποχρέωση πραγματοποίησης δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής:
* Φορολογούμενοι που ως το τέλος του εκάστοτε φορολογικού έτους έχουν συμπληρώσει το 70ό έτος της ηλικίας τους.
* Άτομα με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω.
* Όσοι βρίσκονται σε δικαστική συμπαράσταση.
* Οι φορολογικοί κάτοικοι αλλοδαπής, που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης στην Ελλάδα.
* Δημόσιοι λειτουργοί και δημόσιοι υπάλληλοι που υπηρετούν στην αλλοδαπή, καθώς και φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας που διαβιούν ή εργάζονται στην αλλοδαπή. Στην έννοια της αλλοδαπής περιλαμβάνονται τόσο τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του ΕΟΧ, όσο και οι τρίτες χώρες (π.χ. ΗΠΑ).
* Ανήλικοι που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
* Οι υπηρετούντες την υποχρεωτική στρατιωτική τους θητεία.
* Φορολογούμενοι που κατοικούν μόνιμα σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά με πληθυσμό κάτω των 3.100 κατοίκων, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, εκτός αν πρόκειται για τουριστικούς τόπους, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
* Οι φορολογούμενοι που είναι δικαιούχοι Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ).
* Οι φορολογούμενοι που βρίσκονται σε κατάσταση μακροχρόνιας νοσηλείας (πέραν των έξι μηνών).
* Όσοι διαμένουν σε οίκο ευγηρίας και σε ψυχιατρικό κατάστημα.
* Οι φυλακισμένοι.
7. Σε περίπτωση που δεν καλυφθεί το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, ο φόρος που προκύπτει, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, προσαυξάνεται κατά το 22% της θετικής διαφοράς μεταξύ του απαιτούμενου και του δηλωθέντος (πραγματοποιηθέντος) ποσού δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής.
8. Ο φορολογούμενος θα μπορεί να δηλώσει στην ΑΑΔΕ επιπλέον δαπάνες απόκτησης αγαθών και λήψης υπηρεσιών, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στα στοιχεία που έχουν σταλεί από τις τράπεζες αλλά έχουν εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής καθώς τα σχετικά πεδία στη Δήλωση του Ε1 (049 και 050) θα είναι «ανοικτά».
9. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος εκτιμά ότι τα στοιχεία που έχουν υπολογιστεί και αποσταλεί στην ΑΑΔΕ δεν είναι σωστά ή λείπουν κινήσεις, πρέπει να απευθυνθεί στον λογιστή του για να επιβεβαιώσει ότι η κίνηση που λείπει όντως έχει γίνει προς δικαιούχο πληρωμής που θα έπρεπε να έχει δηλώσει τον σχετικό λογαριασμό στην εφαρμογή. Είναι πιθανό να λείπουν μία ή περισσότερες κινήσεις, ειδικά αν πρόκειται για πληρωμές που έχουν γίνει προς λογαριασμούς που δεν έχουν δηλωθεί από τον δικαιούχο ως επαγγελματικοί στην ειδική εφαρμογή της ΑΑΔΕ.
10. Για την απόδειξη της εξόφλησης με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής των εν λόγω δαπανών, γίνεται δεκτό κάθε πρόσφορο μέσο, όπως κατάσταση κίνησης τραπεζικού λογαριασμού (bank statement) ή αντίγραφο κίνησης τραπεζικού λογαριασμού, αποδεικτικά κατάθεσης ή εξόφλησης, αντίγραφο εκτύπωσης της συναλλαγής από το τερματικό μηχάνημα (POS) κ.λπ., δίχως να απαιτείται η συλλογή αποδείξεων. Τα έγγραφα (π.χ. κατάσταση κίνησης τραπεζικού λογαριασμού) που αποδεικνύουν την εξόφληση της δαπάνης για απόκτηση αγαθών και λήψη υπηρεσιών πρέπει να φυλάσσονται από τους φορολογούμενους μέχρι την παραγραφή του δικαιώματος της ΑΑΔΕ για έλεγχο της αρχικής δήλωσης.
Για ποιες συναλλαγές ενημερώνεται η ΑΑΔΕ
Οι τράπεζες αποστέλλουν στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εξόδων (ΑΑΔΕ):
α) Όλες τις συναλλαγές με πιστωτικές, χρεωστικές και προπληρωμένες κάρτες, με εξαίρεση τις προπληρωμένες κάρτες στις οποίες πιστώνεται το Κοινωνικό Επίδομα Αλληλεγγύης (ΚΕΑ), για αγορά αγαθών και λήψη υπηρεσιών που πραγματοποιούνται προς επαγγελματικούς λογαριασμούς στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στις περιπτώσεις των πιστωτικών καρτών, εάν η συναλλαγή έχει γίνει σε δόσεις, λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία εκκαθάρισης του ποσού της κάθε δόσης.
β) Όλες τις συναλλαγές για αγορά αγαθών και λήψη υπηρεσιών που, με χρέωση του τραπεζικού τους λογαριασμού και πίστωση του επαγγελματικού λογαριασμού επιχείρησης ή ελεύθερου επαγγελματία, εφόσον ο συγκεκριμένος λογαριασμός έχει δηλωθεί από την επιχείρηση ή τον ελεύθερο επαγγελματία στην ειδική εφαρμογή της ΑΑΔΕ που είναι διαθέσιμη στην ακόλουθη ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.aade.gr/epicheireseis/phorologikes-yperesies/epaggelmatikos-logariasmos.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, οι επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες υποχρεούνται να δηλώσουν το σύνολο των επαγγελματικών λογαριασμών τους. Ειδικά για τις πληρωμές μέσω τραπεζικού λογαριασμού, τα στοιχεία που αποστέλλονται υπολογίζονται με βάση τους επαγγελματικούς λογαριασμούς που έχουν καταχωρηθεί στη σχετική εφαρμογή της ΑΑΔΕ και αφορούν αναδρομικά όλες τις συναλλαγές του έτους αναφοράς, εφόσον ο δικαιούχος έχει δηλώσει στην εφαρμογή της ΑΑΔΕ ότι ο επαγγελματικός λογαριασμός ισχύει για όλη την οικονομική χρήση του έτους αναφοράς (π.χ. 2020, 2021 κ.λπ.).
Η μείωση του φόρου (γνωστή και ως «χτίσιμο αφορολόγητου») επιτυγχάνεται με συναλλαγές που πραγματοποιούνται ηλεκτρονικά σε επιχειρήσεις ή ελεύθερους επαγγελματίες που έχουν δηλώσει τον/τους επαγγελματικό/ους λογαριασμό/ους του στην ΑΑΔΕ, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
Εάν κάποια επιχείρηση ή ελεύθερος επαγγελματίας δεν έχει δηλώσει τον/τους επαγγελματικό/ους λογαριασμό/ους του στην ΑΑΔΕ, όλες οι συναλλαγές για αγορά αγαθών και λήψη υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα με χρέωση του τραπεζικού λογαριασμού του φορολογούμενου και πίστωση του επαγγελματικού λογαριασμού επιχείρησης ή ελεύθερου επαγγελματία δεν θα περιλαμβάνονται στις πληροφορίες που αποστέλλουν οι τράπεζες στην ΑΑΔΕ. Ωστόσο, μπορούν να προσμετρηθούν για τη μείωση του φόρου εφόσον ο φορολογούμενος τις δηλώσει με δική του πρωτοβουλία στα σχετικά πεδία της φορολογικής δήλωσης. Το ίδιο ισχύει και για όλες τις συναλλαγές για αγορά αγαθών και λήψη υπηρεσιών που πραγματοποιούνται με χρήση τραπεζικής επιταγής ή μέσω της καταβολής μετρητών προς Παρόχους Υπηρεσιών Πληρωμών του ν. 4537/2018 (σε γκισέ ή σε μηχάνημα easy-pay) αφού οι τράπεζες δεν γνωρίζουν σε αυτές τις περιπτώσεις τον ΑΦΜ του πληρωτή/δικαιούχου της μείωσης του φόρου.
Πηγή: Ναυτεμπορική