ΠΟΛ.1011/2017 Διευκρινίσεις σχετικά με τη χορήγηση ΑΦΜ σε υπηκόους τρίτων χωρών που παραμένουν στη χώρα, υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης ή παράταση επιστροφής οικειοθελούς αναχώρησης

Αθήνα, 19 Ιανουαρίου 2017

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΤΜΗΜΑ Ε’

Ταχ. Δ/νση:Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:10184 Αθήνα
Τηλέφωνο:2103375885
Fax:2103375354
E-Mail:[email protected]
Url:www.aade.gr

ΠΟΛ 1011/2017

Θέμα: Διευκρινίσεις σχετικά με τη χορήγηση ΑΦΜ σε υπηκόους τρίτων χωρών που παραμένουν στη χώρα, υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης ή παράταση επιστροφής οικειοθελούς αναχώρησης.

Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, σχετικά με τη χορήγηση Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) σε φυσικά πρόσωπα, υπηκόους τρίτων χωρών που παραμένουν στη χώρα με απόφαση παράτασης επιστροφής με οικειοθελή αναχώρηση ή υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης, θέτουμε υπόψη σας τα ακόλουθα:

Με την ΠΟΛ.1207/16.9.2015 ( ΑΔΑ: 7ΗΩΡΗ-ΚΤΥ) εγκύκλιο, δόθηκαν οδηγίες στις Δ.Ο.Υ., σύμφωνα με τις οποίες οι αλλοδαποί υπήκοοι τρίτων χωρών, στις συναλλαγές τους με το Τμήμα ή Γραφείο Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ., οφείλουν να επιδεικνύουν διαβατήριο σε ισχύ και το στοιχείο που τους επιτρέπει να παραμένουν νόμιμα στη χώρα.

Με τις διατάξεις του ν.3907/2011 (ΦΕΚ Α’ 7) ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι, σε περίπτωση απόρριψης αιτήματος χορήγησης ή ανανέωσης τίτλου διαμονής καθώς και σε περίπτωση ανάκλησης ισχύοντος τίτλου διαμονής, η αρμόδια αρχή, εκδίδει απόφαση επιστροφής του υπηκόου τρίτης χώρας. Στη συνέχεια, οι αρμόδιες αρχές, εφόσον τηρηθούν τα προβλεπόμενα στο νόμο, χορηγούν σε υπήκοο τρίτης χώρας, κατά περίπτωση:

> Απόφαση παράτασης οικειοθελούς αναχώρησης

> Απόφαση αναβολής απομάκρυνσης

Επιπλέον, με τις διατάξεις της αρ. ΚΥΑ 53619/735/25.11.2015 (ΦΕΚ Β’ 2631) ορίζεται ότι, σε υπήκοο τρίτης χώρας που παραμένει στην Ελλάδα υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης σύμφωνα με το άρθρο 24 του Ν.3907/2011 ή προστασίας από την απέλαση σύμφωνα με το άρθρο 78 Α του Ν.3386/2005, χορηγείται ή ανανεώνεται άδεια εργασίας διάρκειας έξι (6) μηνών.

Τα ανωτέρω, κατά το χρονικό διάστημα που είναι σε ισχύ, παρέχουν στους κατόχους τους προσωρινό δικαίωμα νόμιμης διανομής στην Ελλάδα.

Ως εκ τούτου, ο υπήκοος τρίτης χώρας που παραμένει στην Ελλάδα με απόφαση παράτασης επιστροφής με οικειοθελή αναχώρηση ή υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης, προκειμένου να λάβει ΑΦΜ, οφείλει, με την υποβολή στον αρμόδιο υπάλληλο της Δ.Ο.Υ του εντύπου Μ1, να επιδεικνύει σε πρωτότυπη μορφή διαβατήριο σε ισχύ και το αντίστοιχο, κατά περίπτωση, από τα ως άνω δικαιολογητικά σε ισχύ και να καταθέτει ευκρινή φωτοαντίγραφα αυτών.

Συμπληρωματικά αναφέρουμε ότι, σε κάθε περίπτωση, που στα υποβαλλόμενα από τους υπηκόους τρίτων χωρών νομιμοποιητικά έγγραφα, δεν αναγράφεται η διεύθυνση κατοικίας τους στην Ελλάδα, με την υποβολή του εντύπου Μ1, θα συνυποβάλλεται και υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ Α’ 75) με την οποία, θα δηλώνεται η διεύθυνση κατοικίας τους.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

Αρ. πρωτ.: ΑΤΚΕ 0012279 ΕΞ 2016 /433 Ακατάσχετο το επίδομα ανεργίας και ακατάσχετο και αφορολόγητο το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης το οποίο ούτε συμψηφίζεται με ήδη βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο ή πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιοσδήποτε άλλης παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα

Αθήνα, 30/12/2016
Αρ. Πρωτ.:ΑΤΚΕ 0012279 ΕΞ 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΑΥΤΟΤΕΛΕΣ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ

Ταχ.Δ/νση :Λεωχάρους 2
Ταχ. Κώδικας :105 62 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες :Α. Χατζαλή
Τηλέφωνο :210 3224878
FAX:210 3235135
e-mail –

ΠΡΟΣ: Τη Βουλή των Ελλήνων

Σε απάντηση ερώτησης, που κατέθεσε ο Βουλευτής κ. Δ. Καμμένος, σας γνωρίζουμε ότι:
Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7 και 9 του ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων), όπως ισχύει και του άρθρου 48 παρ. 1 του ν. 4174/2013, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. έχει την υποχρέωση να επιδιώξει την είσπραξη των ληξιπροθέσμων χρεών προς το Δημόσιο καθώς και τη διακοπή της παραγραφής τους,ανεξάρτητα από την αιτία προέλευσης αυτών, λαμβάνοντας όλα τα προβλεπόμενα αναγκαστικά, ποινικά και λοιπά μέτρα κατά των οφειλετών, μεταξύ των οποίων και η κατάσχεση εις χείρας τρίτων.

Επίσης, με τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 4 του Κ.Ε.Δ.Ε. σε συνδυασμό με την αριθμ. Δ6Α 1054391 ΕΞ 2014/1.4.2014 Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων περί μεταβίβασης αρμοδιοτήτων σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, παρέχεται η ευχέρεια στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. μετά από σχετική αίτηση του οφειλέτη να περιορίσει με αιτιολογημένη Απόφασή του το ποσό ή ποσοστό της κατάσχεσης που του επιβλήθηκε υπό προϋποθέσεις που ορίζονται στην ΠΟΛ.1092/3.4.2014 εγκύκλιο της Διοίκησης.

Επιπρόσθετα, με τη διάταξη του άρθρου 31 παρ. 2 του Κ.Ε.Δ.Ε., όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ. 93Α/14-8-2015), ισχύει το ακατάσχετο καταθέσεων σε πιστωτικά ιδρύματα για έναν και μοναδικό ατομικό ή κοινό λογαριασμό σε ένα μόνο πιστωτικό ίδρυμα για κάθε φυσικό πρόσωπο μέχρι του ποσού των χιλίων διακοσίων πενήντα (1.250) ευρώ μηνιαίως. Σε περίπτωση που υπάρχει λογαριασμός περιοδικής πίστωσης μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων, θα πρέπει να γνωστοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο ο λογαριασμός αυτός. Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής απαιτείται η υποβολή ηλεκτρονικής δήλωσης στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης, με την οποία γνωστοποιείται από το φυσικό πρόσωπο ο μοναδικός τραπεζικός λογαριασμός (σχετ. ΠΟΛ.1222/6.10.2015 και ΠΟΛ.1182/25.7.2014).
Περαιτέρω, στη διάταξη του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του ν. 3552/2007 (ΦΕΚ. 77Α/4-4-2007), το οποίο αντικατέστησε το άρθρο 21 του ν.δ. 2961/1954 (ΦΕΚ. 197Α’), ρητά ορίζεται ότι το επίδομα ανεργίας είναι ανεκχώρητο και ακατάσχετο, εκτός εάν πρόκειται για διατροφή συζύγων, ανιόντων ή κατιόντων.

Επίσης, με το άρθρο 235 του ν. 4389/2016 (ΦΕΚ. 94Α/27-5-2016) θεσπίστηκε το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης, στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του οποίου ορίζεται ρητά ότι το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης είναι αφορολόγητο, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται με ήδη βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο ή πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιοσδήποτε άλλης παροχής κοινωνικού ή προνομιακού χαρακτήρα.

Σε κάθε περίπτωση επισημαίνεται ότι τα ακατάσχετα θα πρέπει να προβλέπονται από ρητή διάταξη νόμου, καθώς αποτελούν εξαίρεση από τον κανόνα, αφού δυσχεραίνουν ουσιαστικά ή ακόμα και αποκλείουν την παροχή έννομης προστασίας στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης και ως εκ τούτου, σε περίπτωση επιβολής από το Δημόσιο κατασχέσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς εις χείρας πιστωτικών ιδρυμάτων ως τρίτων, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και ποσά διαφόρων κοινωνικών επιδομάτων, ο φορέας που τα χορηγεί, οφείλει να ενημερώνει τα πιστωτικά ιδρύματα για το ακατάσχετο αυτών καθώς και για το νομοθετικό πλαίσιο που ρητά το προβλέπει.

Η ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

Αρ. πρωτ.: Φ 80000/οικ. 2460/106/ 2017 Οδηγίες για την εφαρμογή της διάταξης της παρ. 9 του αρ. 39 του ν. 4387/2016

Αθήνα, 20/01/2017
Αρ. πρωτ. Φ80000/οικ.2460/106

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ (Δ13)
Πληροφορίες: Στ. Γιωτάκου
Τηλέφωνο: 210 33 68 112

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΩΝ (Δ14)
Πληροφορίες: Ι. Παπαδόπουλος, Ε. Ράπτη
Τηλέφωνο: 210336810, 2103368109

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΡΟΣΘΕΤΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (Δ15)
Πληροφορίες: Π. Καρτσακλή, Ε. Σπύρου
Τηλέφωνο: 210 3368162, 210 3362159

ΘΕΜΑ: Οδηγίες για την εφαρμογή της διάταξης της παρ. 9 του αρ. 39 του ν. 4387/2016

Σας γνωρίζουμε ότι με την παρ. 9 του αρ. 39 του ν. 4387/2016, ρυθμίζεται η ασφάλιση των προσώπων της παρ. 1 του ίδιου άρθρου που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόληση σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά).

Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

1. Πρόσωπα που εντάσσονται στη ρύθμιση

Σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 39 του ν.4387/2016, για τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους, που υπάγονται ή θα υπάγονταν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις αυτών, όπως ίσχυαν πριν την ένταξή τους στον ΕΦΚΑ, το συνολικό ποσό εισφοράς κύριας σύνταξης, ο τρόπος υπολογισμού, καθώς και ο υπόχρεος καταβολής της εισφοράς προσδιορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 38 του συγκεκριμένου νόμου, εφόσον το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά).

2. Ποσοστά εισφορών

Ειδικότερα, εφόσον το εισόδημα προέρχεται από την άσκηση διαρκούς -και όχι ευκαιριακής- επαγγελματικής δραστηριότητας, και μόνο από την απασχόληση σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά και νομικά), προκύπτει ουσιαστικά αποκλειστικότητα ως προς το/τα πρόσωπο/α που αποδέχεται/ονται τις σχετικές υπηρεσίες Επομένως, επί του εισοδήματος αυτού υπολογίζονται εισφορές ύψους 20% για τον κλάδο κύριας σύνταξης, κατανεμημένο κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου. Αντίστοιχα κατανέμονται οι εισφορές υγειονομικής περίθαλψης, καθώς και οι εισφορές επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ, σε όσες κατηγορίες ασφαλισμένων υφίσταται υποχρεωτική υπαγωγή στην ασφάλιση των κλάδων αυτών (δηλαδή επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ) λόγω της ιδιότητάς τους ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή αυτοαπασχολούμενοι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ισχύουσα νομοθεσία και σε κάθε περίπτωση οι εισπραττόμενες εισφορές καταβάλλονται στους αρμόδιους κατά περίπτωση φορείς στους οποίους και έχει υπαχθεί ο ασφαλισμένος.

3. Ανώτατη -κατώτατη βάση υπολογισμού εισφορών

Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τις περιπτώσεις που υπάγονται στην οικεία ρύθμιση ελέγχεται σε συνάρτηση με τη διάρκεια της σύμβασης μεταξύ των μερών.

Πιο συγκεκριμένα, για όσους έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της παρ. 9 του άρθρου 39 με ετήσια διάρκεια σύμβασης, κατά τα ως άνω, ισχύει το ετήσιο ανώτατο όριο των 70.320 ευρώ, συνεπώς οι οφειλόμενες ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται στο συνολικό ποσό του δελτίου παροχής υπηρεσιών (ΔΠΥ), ακόμα και αν αυτό υπερβαίνει ανά μήνα το ποσό των 5.860,8 ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι σε κάθε περίπτωση δεν γίνεται υπέρβαση του ανωτάτου ετησίου ορίου.

Σε περιπτώσεις συμβάσεων με διάρκεια μικρότερη του έτους, καταβάλλονται οι ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στην κατανομή της συμφωνημένης αμοιβής ανά μήνα ενώ και το ανώτατο όριο λαμβάνεται υπόψη σε μηνιαία βάση (5.860,80 ευρώ). Στην περίπτωση κατά την οποία το ποσό του/των ΔΠΥ που εκδίδεται/ονται μηνιαίως από ασφαλισμένο που υπάγεται στη ρύθμιση της παρ.9 του άρθρου 39, υπολείπεται της ελάχιστης βάσης υπολογισμού εισφορών, ο εν λόγω ασφαλισμένος υποχρεούται να καταβάλλει τις εισφορές που υπολείπονται του ελάχιστου ποσού κατά το χρόνο της ετήσιας εκκαθάρισης της ασφαλιστικής υποχρέωσης, οπότε και θα οριστικοποιούνται οι αναλογούσες σε αυτόν ασφαλιστικές εισφορές.

4. Υποβολή Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης (ΑΠΔ)

Προκειμένου να διασφαλιστεί τόσο η εμπρόθεσμη καταβολή των εισφορών, όσο και η ενημέρωση των υπόχρεων καταβολής, ο ασφαλισμένος που αιτείται την υπαγωγή του στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39 οφείλει να αναγράφει στο ΔΠΥ που εκδίδει στον αντισυμβαλλόμενό του, ότι υπάγεται στην εν λόγω ρύθμιση. Αντίστοιχα, και μέχρι το τέλος εκάστου ημερολογιακού μήνα, ο εν λόγω αντισυμβαλλόμενος υποχρεούται να υποβάλει για τον ασφαλισμένο που υπάγεται στην ανωτέρω ρύθμιση ΑΠΔ, προβαίνοντας σε κατανομή της συμφωνηθείσας αμοιβής ανά μήνα, με βάση τη διάρκεια της σύμβασης. Με την υποβολή της ΑΠΔ αυτής ενεργοποιείται αυτομάτως η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών σύμφωνα με τα παραπάνω.

Στην περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος δεν υποβάλει ΑΠΔ, προκειμένου ο παρέχων σε αυτόν υπηρεσίες ασφαλισμένος να υπαχθεί στην οικεία ρύθμιση, ο εν λόγω ασφαλισμένος οφείλει να υποβάλει στον ΕΦΚΑ υπεύθυνη δήλωση περί πλήρωσης των νόμιμων προϋποθέσεων, όπως αυτές περιγράφονται ως άνω, δηλώνοντας ταυτόχρονα το ΑΦΜ του/των αντισυμβαλλομένου/ων του και προσκομίζοντας τυχόν άλλα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν το περιεχόμενο της υπεύθυνης δήλωσής του. Στη συνέχεια, ενημερώνεται/ονται ο/οι αντισυμβαλλόμενος/οι αυτού περί της υποχρέωσης υποβολής ΑΠΔ και καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, για το χρονικό διάστημα από την υποβολή της δήλωσης και εντεύθεν. Εφόσον ο αντισυμβαλλόμενος αμφισβητεί το περιεχόμενο της δήλωσης του ασφαλισμένου, υποβάλλει αντιρρήσεις ενώπιον των αρμοδίων οργάνων του ΕΦΚΑ, ενώ μέχρι την επίλυση της σχετικής διαφοράς από τα όργανα αυτά, για τον ασφαλισμένο υπολογίζονται εισφορές σύμφωνα με το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός).

5. Εκκαθάριση και συμψηφισμός εισφορών

Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι αρχικά υπήχθησαν στις διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 39, πληρούντες τις νόμιμες προϋποθέσεις, αλλά στη συνέχεια τις απώλεσαν (επειδή, για παράδειγμα, παρείχαν υπηρεσίες σε περισσότερους αντισυμβαλλομένους είτε επειδή δεν είχαν κανέναν αντισυμβαλλόμενο), για το διάστημα που ακολουθεί την έκπτωση από τις ρυθμίσεις της ανωτέρω παραγράφου, καταβάλλουν εισφορές ως μη μισθωτοί.

Έτσι, εάν στη διάρκεια του ημερολογιακού έτους παρασχεθεί υπηρεσία και σε τρίτο αντισυμβαλλόμενο, ο ασφαλισμένος οφείλει να γνωστοποιήσει τούτο στον ΕΦΚΑ, με σχετική αίτηση-δήλωση, ώστε να επέλθει η σχετική μεταβολή στο μητρώο και να ενημερωθεί/ούν ο/οι αντισυμβαλλόμενος/οι προκειμένου να απαλλαγεί/ούν από την ανωτέρω υποχρέωση. Όπως και για κάθε άλλη κατηγορία ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων, στο τέλος εκάστου έτους θα πραγματοποιείται εκκαθάριση και συμψηφισμός μεταξύ των καταβληθεισών κατά τους ανωτέρω μήνες εισφορών και των οφειλόμενων εισφορών, με βάση το πραγματικό εισόδημα που προκύπτει από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας (όπως αυτό προκύπτει από το πιο πρόσφατο εκκαθαρισμένο φορολογικό έτος).

6. Τελικές διευκρινίσεις επί προσώπων που υπάγονται ή μη στη ρύθμιση και επί της έννοιας του αντισυμβαλλόμενου.

Επισημαίνεται ότι για τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών, εφαρμόζεται η περ. στ’ της παρ. 3 του άρθρου 38 (εγκύκλιος Υπουργείου Φ.80000/οικ. 61689/2215/30.12.2016, ΑΔΑ:7Χ78465Θ1Ω-1Λ3) .

Στην κοινοποιούμενη διάταξη δεν υπάγονται οι εταίροι και συνεργάτες δικηγορικών εταιριών, οι οποίοι καταβάλλουν εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτοί).

Επίσης, η κοινοποιούμενη διάταξη δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση ασφαλισμένων που προσφέρουν υπηρεσίες υπό καθεστώς εξαρτημένης εργασίας, και οι οποίοι υπάγονται ευθέως στις διατάξεις του άρθρου 38 ως μισθωτοί. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται και οι ασφαλισμένοι που προσφέρουν τις ίδιες υπηρεσίες σε έναν εργοδότη, λαμβάνοντας μέρος των αποδοχών τους ως μισθωτοί και μέρος αυτών μέσω ΔΠΥ, οπότε για το σύνολο των αποδοχών θα καταβάλλονται εισφορές με βάση το άρθρο 38.

Στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που απασχολούνται σε έναν εργοδότη ως μισθωτοί και προσφέρουν υπηρεσίες σε άλλο αντισυμβαλλόμενο μέσω ΔΠΥ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 36 του ν. 4387/2016 περί πολλαπλής δραστηριότητας και όχι αυτή της παρ. 9 του άρθρου 39.

Τέλος, ως αντισυμβαλλόμενος υπό την έννοια του παρόντος, λογίζονται και ένα ή περισσότερα νομικά πρόσωπα τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με κοινή επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή άσκησης αυτής. Η κοινή επιχειρηματική δραστηριότητα συνίσταται στον κοινό οικονομικό σκοπό που επιδιώκεται από τον αντισυμβαλλόμενο μέσω των κάθε είδους νομικής μορφής δραστηριοτήτων και συνιστά απόρροια των κατά περίπτωση πραγματικών στοιχείων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τέτοια τεκμήρια προκύπτουν όταν διαφορετικές επιχειρήσεις ανήκουν στο ίδιο πρόσωπο, λειτουργούν στον ίδιο χώρο, με τον ίδιο μηχανολογικό εξοπλισμό, απασχολούν από κοινού το ίδιο προσωπικό, είτε τα στοιχεία αυτά συντρέχουν σωρευτικά είτε όχι.

7. Παραδείγματα

α. Μηχανικός παρέχει υπηρεσίες σε μία τεχνική εταιρία και σε μία τράπεζα για διάστημα 10 μηνών. Για αυτές τις δύο δραστηριότητες εκδίδει δελτίο παροχής υπηρεσιών, 20.000 ευρώ και 10.000 ευρώ αντιστοίχως. Από τη διάρκεια και τη φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών προκύπτει ότι αυτές δεν είναι ευκαιριακής μορφής, αλλά αντιθέτως απαιτούν διαρκή απασχόληση. Ως εκ τούτου, ο ως άνω ασφαλισμένος υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39.
Συνεπώς, για κάθε μία από τις ως άνω δραστηριότητες υπολογίζονται εισφορές ως εξής: Για την πρώτη, το ποσό της συμφωνηθείσας αμοιβής επιμερίζεται στους μήνες που διαρκεί η σύμβαση, επομένως σε κάθε μήνα αντιστοιχεί αμοιβή ύψους 2.000 ευρώ. Επ’ αυτής υπολογίζονται εισφορές ύψους 20% για τον κλάδο κύριας σύνταξης, κατανεμημένο κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου (τεχνικής εταιρίας). Για τη δεύτερη, το αντίστοιχο ποσό της μηνιαίας αμοιβής ανέρχεται σε 1.000 ευρώ, στο οποίο και θα υπολογιστούν εισφορές κατά όμοιο τρόπο. Είναι ευνόητο ότι κατά τον ίδιο τρόπο επιμερίζονται οι εισφορές για τον κλάδο περίθαλψης, επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχής.

β. Γιατρός παρέχει υπηρεσίες σε ιδιωτική κλινική, με σύμβαση ετήσιας διάρκειας, και αμοιβή ύψους 80.000 ευρώ, για την οποία εκδίδει τρία ΔΠΥ. Η εν λόγω κλινική αποτελεί τον μόνο αντισυμβαλλόμενο του συγκεκριμένου ασφαλισμένου-ιατρού, επομένως αυτός υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39. Ανεξαρτήτως του αριθμού των ΔΠΥ στις οποίες επιμερίζεται η συμφωνηθείσα αμοιβή, καταβάλλονται εισφορές με βάση το ανώτατο ετήσιο όριο των 70.320 ευρώ, με δεδομένο ότι η οικεία σύμβαση είναι ετήσιας διάρκειας. Αν η ως άνω σύμβαση ήταν διάρκειας 10 μηνών, τότε η συμφωνηθείσα αμοιβή θα αντιστοιχούσε σε 8.000 ευρώ/μήνα, συνεπώς οι εισφορές θα υπολογίζονται επί της ανώτατης μηνιαίας βάσης υπολογισμού των 5.860,8 ευρώ. Στην τελευταία περίπτωση, και με δεδομένο ότι δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις της παρ. 9 του άρθρου 39, ο εν λόγω ασφαλισμένος θα καταβάλει κανονικά εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός) για τους υπόλοιπους δύο μήνες του έτους.

γ. Γιατρός παρέχει υπηρεσίες σε ιδιωτική κλινική, με σύμβαση διάρκειας 10 μηνών για την οποία εκδίδει ΔΠΥ αξίας 5.000 ευρώ. Με δεδομένο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 9 του άρθρου 39, το ποσό της συμφωνηθείσας αμοιβής επιμερίζεται στους μήνες που διαρκεί η σύμβαση, επομένως σε κάθε μήνα αντιστοιχεί αμοιβή ύψους 500 ευρώ. Επ’ αυτής υπολογίζονται εισφορές αντιστοίχως κατανεμημένες σε βάρος του ασφαλισμένου και σε βάρος του αντισυμβαλλόμενου κατά τα ως άνω αναφερθέντα. Επιπροσθέτως, για το ποσό που υπολείπεται της ελάχιστης μηνιαίας βάσης υπολογισμού των αυτοαπασχολουμένων (586,08-500=86,08 ευρώ), ο ασφαλισμένος καταβάλλει εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός).

δ. Λογιστής εργάζεται ως μισθωτός σε εταιρία και παρέχει παράλληλα υπηρεσίες σε άλλη εταιρία με ΔΠΥ. Ο εν λόγω ασφαλισμένος δεν υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, αλλά σε αυτή του άρθρου 36 περί πολλαπλής δραστηριότητας. Επομένως, για τις αποδοχές του από τη μισθωτή εργασία υπολογίζονται εισφορές με βάση το άρθρο 38, για το δε εισόδημά του από την ελεύθερη άσκηση επαγγέλματος (ΔΠΥ) καταβάλλει εισφορές με βάση το άρθρο 39 (ως μη μισθωτός).

ε. Ο ίδιος ως άνω ασφαλισμένος που εργάζεται ως μισθωτός σε εταιρία, λαμβάνει και επιπλέον αποδοχές από την ίδια εταιρία με ΔΠΥ. Στην περίπτωση αυτή, ομοίως δεν υπάγεται στη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 39, αλλά για το σύνολο του εισοδήματος από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 38. Συνεπώς, επί του εισοδήματος αυτού υπολογίζονται εισφορές μισθωτού και, επομένως, η εταιρία καταβάλει τις εισφορές εργοδότη που αντιστοιχούν στο σύνολο του εισοδήματος (αποδοχές από μισθωτή εργασία και εισόδημα από ΔΠΥ).

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

Αριθμ. Φ. 80000/οικ. 60298/1472 /2016 Προθεσμία καταβολής, από 1.1.2017, των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένων, ελευθέρων επαγγελματιών και εμμίσθων, οι οποίοι έως την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 υπάγονταν στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., του Ε.Τ.Α.Α. και του Ο.Γ.Α.

Αριθμ. Φ.80000/οικ.60298/1472

(ΦΕΚ Β’ 4483/30-12-2016)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 43 παρ. 2 του ν. 4387/2016 (Α’ 85) «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας – Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού συστήματος – Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις»,

2. Τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 4387/2016 (Α’ 85) «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας – Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού – συνταξιοδοτικού συστήματος – Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις»,

3. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα» που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α’ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα»,

4. Τις διατάξεις του π.δ. 113/2014 (Α’ 180) «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας»,

5. Τις διατάξεις του άρθρου 5 του π.δ. 24/2015 (Α’ 20) «Σύσταση και μετονομασία Υπουργείων, μεταφορά της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων» και του άρθρου 27 του ν. 4320/2015 (Α’ 29) «Ρυθμίσεις για τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, και την οργάνωση της Κυβέρνησης και των Κυβερνητικών Οργάνων και λοιπές διατάξεις»,

6. Τις διατάξεις του π.δ. 73/2015 (Α’ 116) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών»,

7. Τη με αριθμ. οικ.44549/Δ9.12193/09.10.2015 (Β’ 2169) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Αναστάσιο Πετρόπουλο», όπως ισχύει,

αποφασίζουμε

Από 1.1.2017 οι ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων, ελευθέρων επαγγελματιών και αυταπασχολουμένων, που υπολογίζονται με βάση το άρθρο 39 του ν. 4387/2016 (Α’ 85), οι ασφαλιστικές εισφορές των προσώπων που καταβάλλονται με βάση το άρθρο 40 του ν. 4387/2016 (Α’ 85) καθώς και οι ασφαλιστικές εισφορές των εμμίσθων του ΕΤΑΑ που υπολογίζονται βάσει του άρθρου 38, καταβάλλονται σε μηνιαία βάση, με καταληκτική ημερομηνία καταβολής την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 23 Δεκεμβρίου 2016

Ο Υφυπουργός
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

ΠΟΛ.1008/2017 Κοινοποίηση της υπ’ αριθ. 275/2016 γνωμοδότησης της Α’ Τακτικής Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους σχετικά με το χαρακτηρισμό οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης

Αθήνα, 16 Ιανουαρίου 2017
Αριθ. Πρωτ.: ΠΟΛ. 1008

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ Γ’

Ταχ. Δ/νση:Καρ.Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας:10184 Αθήνα
Πληροφορίες:Γ. Καπόγλου
Τηλέφωνο:2132113108
Fax:2132113115
E-Mail:[email protected]

ΠΟΛ 1008/2017

Θέμα: «Κοινοποίηση της υπ’ αριθ. 275/2016 γνωμοδότησης της Α’ Τακτικής Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους σχετικά με το χαρακτηρισμό οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης»

Σας κοινοποιούμε την υπ’ αριθ. ΝΣΚ 275/2016 γνωμοδότηση της Α’ Τακτικής Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) η οποία έγινε αποδεκτή από το Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων στις 4 Ιανουαρίου 2017.

Με την ανωτέρω γνωμοδότηση έγινε ομόφωνα δεκτό ότι σε περίπτωση ύπαρξης βεβαιωμένης ληξιπρόθεσμης οφειλής σε βάρος εικονικής επιχείρησης, οι πραγματικοί υπόχρεοι που υποκρύπτονται δεν έχουν την ιδιότητα των συνυπόχρεων προσώπων κατά την έννοια του άρθρου 82, παρ. 1, εδάφιο α’ του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974), διότι ευθύνονται ανεξαρτήτως από τα φαινόμενα πρόσωπα (εκείνα που εικονικά φέρονται ότι ασκούν την επιχείρηση) και κατά συνέπεια λαμβάνονται σε βάρος τους όλα τα προβλεπόμενα διοικητικά, ασφαλιστικά, αναγκαστικά και λοιπά μέτρα είσπραξης, αφού συνταχθεί ιδιαίτερη έκθεση ελέγχου όπου θα καταλογιστούν οι ανάλογες κυρώσεις και σ’ αυτούς.
Με εντολή Διοικητή
Η Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Ευανθία Χατζηπαναγιώτου

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

ΠΟΛ.1009/2017 Παροχή οδηγιών για την ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του Κεφαλαίου Α’ του Πέμπτου Μέρους «Οικειοθελής Αποκάλυψη Φορολογητέας Ύλης Παρελθόντων Ετών» (άρθρα 57-61) του ν. 4446/2016 (Α’ 240)

Αθήνα, 19 Ιανουαρίου 2017

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α’,Β’, Γ’,Δ’, Ε’
Τηλέφωνο : 2103375204
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α’, Β’, Γ’, Δ’
Τηλέφωνο : 2103375456-149
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α’, Β’
Τηλέφωνο : 2103645378, 3642922
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
ΤΜΗΜΑΤΑ A’ και Β’
Τηλέφωνο : 210 3375 878-880, 872-875
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α’ – Ε’
Τηλέφωνο : 2103635007

Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 8
Ταχ. Κωδ. : 101 84 ΑΘΗΝΑ

ΠΟΛ 1009/2017

Θέμα: Παροχή οδηγιών για την ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του Κεφαλαίου Α’ του Πέμπτου Μέρους «Οικειοθελής Αποκάλυψη Φορολογητέας Ύλης Παρελθόντων Ετών» (άρθρα 57-61) του ν. 4446/2016 (Α’ 240).

Σας παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του Κεφαλαίου Α’ του Πέμπτου Μέρους «Οικειοθελής Αποκάλυψη Φορολογητέας Ύλης Παρελθόντων Ετών» (άρθρα 57-61) του ν.4446/2016 «Πτωχευτικός Κώδικας, Διοικητική Δικαιοσύνη, Τέλη – Παράβολα, Οικειοθελής αποκάλυψη φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών, Ηλεκτρονικές συναλλαγές, Τροποποιήσεις του ν. 4270/2014 και λοιπές διατάξεις», ο οποίος δημοσιεύτηκε την 22.12.2016 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αναφορικά με την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών.

Α. ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Άρθρα 57 και 58
Ρύθμιση για την υποβολή δηλώσεων – Λοιπές περιπτώσεις υπαγωγής στη ρύθμιση

Α) Φορολογούμενοι που δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση – Προθεσμία υποβολής δηλώσεων λόγω υπαγωγής στη ρύθμιση – μειώσεις πρόσθετων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων

1. Στη ρύθμιση δύνανται να υπαχθεί κάθε φορολογούμενος, ήτοι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα.
Δεν δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση τα φυσικά πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 60 του νόμου.

2. Με τη ρύθμιση παρέχεται η δυνατότητα στους φορολογούμενους από τις 22.12.2016, ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 4446/2016, μέχρι τις 31.5.2017 να υποβάλουν δηλώσεις, με μείωση ή απαλλαγή, υπό προϋποθέσεις και κατά περίπτωση, από τις κατά νόμο επιβαρύνσεις μη υποβολής, ανακριβούς ή εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης ή καταβολής (πρόσθετους φόρους και πρόστιμα).

Για δηλώσεις που αφορούν σε χρήσεις, έτη ή υποθέσεις μέχρι 31.12.2013, εφόσον προκύπτει φόρος για καταβολή και οι σχετικές δηλώσεις υποβληθούν μέχρι τις 31.3.2017, ο οφειλόμενος πρόσθετος φόρος κατά τα άρθρα 1 και 2 του ν. 2523/1997 ορίζεται στο 8% του κύριου φόρου που προκύπτει από την υποβληθείσα δήλωση. Εφόσον οι δηλώσεις υποβληθούν μετά τις 31.3.2017 και μέχρι τη λήξη της ρύθμισης (31.5.2017) ο οφειλόμενος πρόσθετος φόρος ορίζεται στο 10% του κύριου φόρου που προκύπτει από την υποβληθείσα δήλωση.

Ο κατά τα ανωτέρω προσδιορισθείς πρόσθετος φόρος αναπροσαρμόζεται περαιτέρω βάσει των συντελεστών αναπροσαρμογής του πίνακα της παρ. 4 του άρθρου 57, αναλόγως του έτους εντός του οποίου έληξε η προθεσμία υποβολής της αρχικής δήλωσης και στρογγυλοποιείται στην πλησιέστερη ακέραιη μονάδα.

Για δηλώσεις που αφορούν σε χρήσεις, έτη ή υποθέσεις από την 1.1.2014 και εφεξής υπολογίζεται ο τόκος του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 και το πρόστιμο του άρθρου 54 του ίδιου νόμου, εφόσον προκύπτει φόρος, τέλος ή εισφορά προς καταβολή. Σε περίπτωση υποβολής δήλωσης πληροφοριακού χαρακτήρα, όπως και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων από τις οποίες δεν προκύπτει ποσό φόρου για καταβολή, δεν επιβάλλεται το πρόστιμο της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 για χρήσεις, έτη ή υποθέσεις μέχρι 31.12.2013 ή της παρ. 2 του άρθρου 54 του ν. 4174/13, για χρήσεις, έτη ή υποθέσεις μετά την 1.1.2014 (άρθρο 57 παρ. 2 ν. 4446/2016).

3. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του δευτέρου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 18 και της παρ. 3 του άρθρου 19 του ΚΦΔ, στις διατάξεις του άρθρου 57 μπορούν να υπαχθούν και φορολογούμενοι για τους οποίους έχει εκδοθεί ή θα εκδοθεί εντολή ελέγχου μέχρι τη λήξη της ρύθμισης (31.5.2017) καθώς και φορολογούμενοι για τους οποίους μέχρι και τις 12.12.2016, ημερομηνία κατάθεσης του ν. 4446/2016 στη Βουλή, έχει κοινοποιηθεί προσωρινός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων, για τα αντικείμενα που αναφέρονται στην εντολή, εφόσον, δεν έχει κοινοποιηθεί η οικεία οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού ή οποιαδήποτε αντίστοιχη καταλογιστική πράξη, με βάση τις προϊσχύσασες του ν. 4174/2013 διατάξεις.

Στο Παράρτημα της παρούσας παρατίθεται πίνακας των συντελεστών ανά περίπτωση και χρήση /φορολογικό έτος.

4. Επισημαίνεται ότι, σε περίπτωση που με την υποβολή της δήλωσης γίνεται κατά την κείμενη νομοθεσία άμεσος προσδιορισμός, δεν απαιτείται εκκαθάριση των δηλώσεων από τις αρμόδιες για την παραλαβή Δ.Ο.Υ..

Β) Δηλώσεις που δύνανται να υποβληθούν σύμφωνα με τη ρύθμιση

Με τη ρύθμιση παρέχεται η δυνατότητα στους φορολογούμενους να υποβάλουν μη υποβληθείσες ή ανακριβώς ή ελλιπώς υποβληθείσες δηλώσεις, αρχικές ή τροποποιητικές, μηδενικές ή χρεωστικές, ακόμη και πληροφοριακού χαρακτήρα. Οι δηλώσεις υποβάλλονται στον αρμόδιο κατά τις κείμενες διατάξεις Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., χειρόγραφα ή ηλεκτρονικά, κατά περίπτωση, και καταχωρίζονται στα οικεία βιβλία μεταγραφής σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ ΠΟΛ.1006/16.1.2017 (Β’ 43/17.1.2017). Επισημαίνεται ότι, εφόσον έχουν υποβληθεί από τον φορολογούμενο ήδη τα δικαιολογητικά στη Φορολογική Διοίκηση, δεν απαιτείται η επανυποβολή τους, αλλά επί της δήλωσης γίνεται μνεία της υποβολής και της υπηρεσίας στην οποία υποβλήθηκαν.

Από τη ρύθμιση καταλαμβάνονται δηλώσεις που αφορούν κάθε φόρο, τέλος ή εισφορά που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, ΚΦΔ), εκ των αναφερομένων στο άρθρο 2 και στο Παράρτημα του ΚΦΔ, εφόσον η προθεσμία υποβολής της αρχικής δήλωσης έχει λήξει μέχρι τις 30.9.2016, ανεξάρτητα εάν έχει επέλθει παραγραφή της σχετικής υποχρέωσης.

Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που έχουν υποβληθεί δηλώσεις μέχρι τη δημοσίευση της Απόφασης Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. ΠΟΛ 1006/2017, οι φορολογούμενοι, ανεξαρτήτως εάν ελέγχονται ή όχι, υποβάλλουν την Υπεύθυνη Δήλωση της παρ. 2 του άρθρου 7 της ανωτέρω Απόφασης, επί της οποίας αναγράφεται περαιτέρω, ότι δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις του άρθρου 60 του ν. 4446/2016 και ότι οι υποβληθείσες δηλώσεις υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της ρύθμισης των διατάξεων των άρθρων 57 έως 61 του ν. 4446/2016. Η Υπεύθυνη Δήλωση και τυχόν άλλα προβλεπόμενα από την ανωτέρω απόφαση δικαιολογητικά υποβάλλονται εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης.

Άρθρο 59
Ευεργετήματα από την υπαγωγή στη ρύθμιση

Σε όσους υπαχθούν στη ρύθμιση δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα των άρθρων 58, 58Α και 59 του ν. 4174/2013, για χρήσεις μετά την 1.1.2014, ούτε του άρθρου 7 του ν. 4337/2015 ή του άρθρου 6 του ν. 2523/1997 ή άλλων διατάξεων, ούτε άλλες φορολογικές, διοικητικές ή ποινικές κυρώσεις και μέτρα συμπεριλαμβανομένων και των διατάξεων της υποπερ. α’ της περ. ιη’ του άρθρου 3 του ν. 3691/2008, (αδίκημα φοροδιαφυγής) για τη φορολογητέα ύλη που περιλαμβάνεται στις ως άνω υποβαλλόμενες δηλώσεις ή για τις παραβάσεις που αποκαθίστανται με τις δηλώσεις αυτές, εφόσον υποβληθούν δηλώσεις για όλες τις φορολογίες για τις οποίες υπάρχει σχετική υποχρέωση για τη συγκεκριμένη φορολογητέα ύλη.

Για τυχόν υποβληθείσες μηνυτήριες αναφορές λόγω έκδοσης οριστικών πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού, οι οποίες δεν είχαν κοινοποιηθεί κατά την ημερομηνία κατάθεσης του ν. 4446/2016, ενημερώνεται άμεσα ο εισαγγελέας για την υποβολή δηλώσεων σύμφωνα με τη ρύθμιση και τη συνεπακόλουθη τροποποίηση των εκδοθεισών πράξεων.

Εάν έχουν επιβληθεί διασφαλιστικά μέτρα των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 46 ΚΦΔ, αυτά αίρονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο αυτό και στην ΠΟΛ.1282/31.12.2013 (Β’54) Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε., όπως αυτή ισχύει. Εάν από τα αποτελέσματα του φορολογικού ελέγχου δεν προκύπτει διαφοροποίηση της φορολογικής οφειλής σε σχέση με τις υποβληθείσες δηλώσεις, τα διασφαλιστικά μέτρα αίρονται, εφόσον καταβληθεί η οφειλή σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στις διατάξεις του άρθρου 46 ΚΦΔ και στην ΠΟΛ.1282/31.12.2013 (Β’54) Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε., όπως αυτή ισχύει.

Η υποβολή δηλώσεων κατά τα ως άνω δεν αποτελεί αφ’ εαυτής κριτήριο επιλογής προς έλεγχο κατ’ άρθρο 26 ΚΦΔ, δηλαδή το γεγονός ότι ο φορολογούμενος επέλεξε να υπαχθεί στη ρύθμιση δεν δύναται να αποτελεί αφ εαυτού κριτήριο επιλογής του για έλεγχο.

Άρθρο 60
Εξαιρέσεις από την υπαγωγή στη ρύθμιση

Α) Περιπτώσεις που δεν υπάγονται στη ρύθμιση

α) Οι περιπτώσεις στις οποίες, μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης του ν. 4446/2016 στη Βουλή (12.12.2016) έχουν κοινοποιηθεί οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρων ή επιβολής προστίμων ή αντίστοιχες πράξεις επιβολής φόρων ή προστίμων με βάση τις προϊσχύσασες του ν. 4174/2013 διατάξεις, ως προς τη φορολογητέα ύλη που έχει περιληφθεί σε αυτές.
β) Οι φορολογικές δηλώσεις που υποβάλλονται με επιφύλαξη.
γ) οι φορολογικές δηλώσεις από τις οποίες προκύπτει επιστροφή φόρου και κατά το μέρος αυτό (δηλαδή της επιστροφής φόρου).
δ) Οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με τις οποίες δηλώνεται ζημία της χρήσης στην οποία αφορά η δήλωση. Επομένως, αρχικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος από τις οποίες προκύπτει ζημία καθώς και τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με τις οποίες αυξάνεται η ζημία που είχε δηλωθεί με την αρχική δήλωση δεν δύνανται κατ’ αρχήν να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση.
Κατ’ εξαίρεση, δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση αυτή εκείνες οι τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με τις οποίες μειώνεται η ζημία που είχε δηλωθεί με την αρχική δήλωση.
Επίσης, διευκρινίζεται ότι στη ρύθμιση αυτή δύνανται να υπαχθούν και οι δηλώσεις με τις οποίες η αρχικώς δηλωθείσα ζημία μηδενίζεται ή μετατρέπεται σε κέρδος.
ε) Οι περιπτώσεις που δηλώνονται ποσά προερχόμενα από εγκληματικές δραστηριότητες του άρθρου 3 του ν. 3691/2008 (Α’ 166), εκτός του αδικήματος της υποπερίπτωσης α’ της περίπτωσης ιη’ του ίδιου άρθρου και νόμου (αδίκημα φοροδιαφυγής).

Β) Πρόσωπα που εξαιρούνται από τη ρύθμιση

Δεν δύνανται να υπαχθούν στην ρύθμιση πρόσωπα που διατελούν ή έχουν διατελέσει:
(i) πρωθυπουργοί,
(ii) αρχηγοί πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται ή εκπροσωπούντο στο Εθνικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
(iii) υπουργοί, αναπληρωτές υπουργοί και υφυπουργοί,
(iv) βουλευτές και ευρωβουλευτές,
(v) διαχειριστές των οικονομικών των πολιτικών κομμάτων,
(vi) γενικοί και ειδικοί γραμματείς της Βουλής και της Γενικής Κυβέρνησης, καθώς και
(vii) οι σύζυγοι ή συγγενείς των προσώπων του παρόντος άρθρου, εξ αίματος ή και εξ αγχιστείας μέχρι και β’ βαθμού, σε ευθεία γραμμή και εκ πλαγίου.

Άρθρο 61
Λοιπά ζητήματα

Α) Καταβολή οφειλής – Προθεσμία

1. Οι καταβολές (πιστώσεις στις οφειλές αυτές) που διενεργούνται δυνάμει της υπαγωγής στη ρύθμιση δεν επιστρέφονται και οι σχετικές δηλώσεις δεν ανακαλούνται (είτε λόγω πραγματικής είτε λόγω νομικής πλάνης, περιλαμβανομένης της παραγραφής).

2. Ο φορολογούμενος, προκειμένου να μην εκπέσει των ευνοϊκών ρυθμίσεων των διατάξεων για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης, πρέπει να εξοφλήσει τις οφειλές που προκύπτουν δυνάμει δηλώσεων που υποβάλλονται κατά τις διατάξεις αυτές, εντός της προθεσμίας καταβολής τους, ήτοι εντός τριάντα (30) ημερών από τον προσδιορισμό τους.

Εναλλακτικά, σε περίπτωση οικονομικής του αδυναμίας να τις εξοφλήσει εμπρόθεσμα, εν όλω ή εν μέρει, δύναται να υπαγάγει αυτές ή το τυχόν υπόλοιπό τους, και πάντως εντός της ως άνω προθεσμίας, σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών κατά τις διατάξεις του άρθρου 43 του ΚΦΔ, όπως ισχύει. Επισημαίνεται ότι, προκειμένου ο φορολογούμενος να μην εκπέσει των ευνοϊκών ρυθμίσεων, η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να υποβληθεί το αργότερο μέχρι την ημερομηνία που η οφειλή είναι καταβλητέα κατά τα ως άνω, σύμφωνα και με τα ειδικότερα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθ. 43 του ΚΦΔ και την κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσα απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ.1277/27.12.2013. Υπενθυμίζουμε τις εγκυκλίους ΠΟΛ.1189/1.8.2014 και ΠΟΛ.1226/9.10.2015 αναφορικά με τη ρύθμιση για την πέραν των νομίμων προθεσμιών τμηματική καταβολή του άρθ. 43 ΚΦΔ, η οποία μέχρι την μηχανογραφική υποστήριξή της στο TaxisNet, υλοποιείται στις Δ.Ο.Υ / Ελεγκτικά Κέντρα / Ε.Μ.ΕΙΣ. κατά περίπτωση.

Β) Μη καταβολή οφειλής – Απώλεια ρύθμισης

Σε περίπτωση μη εξόφλησης ή μη ρύθμισης των οφειλών από την υπαγωγή στη ρύθμιση των άρθρων 57 έως 61 του ν. 4446/2016 εντός της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους ή απώλειας της ως άνω ρύθμισης του άρθ. 43 του Κ.Φ.Δ., ο φορολογούμενος εκπίπτει των ευνοϊκών ρυθμίσεων των διατάξεων και διενεργείται, κατά περίπτωση, νέος άμεσος προσδιορισμός ή εκδίδεται πράξη διοικητικού ή διορθωτικού προσδιορισμού, δυνάμει των οποίων επιβάλλονται σε βάρος του η διαφορά πρόσθετου φόρου εκπρόθεσμης δήλωσης, καθώς και τα πρόστιμα εκπρόθεσμης δήλωσης, που δεν κατέβαλε λόγω υπαγωγής του στις διατάξεις του ν.4446/2016.

Ως προς την επιβολή των προστίμων των άρθρων 58, 58Α και 59 του ν. 4174/2013 ή του άρθρου 7 του ν. 4337/2015 ή του άρθρου 6 του ν. 2523/1997, ή άλλων διοικητικών ή ποινικών κυρώσεων, η δήλωση θεωρείται ως μηδέποτε υποβληθείσα, εφαρμοζομένων, κατά τα λοιπά, των διατάξεων του ν. 4174/2013.

Το δικαίωμα του Δημοσίου να εκδώσει τις πράξεις της παραγράφου αυτής δεν παραγράφεται πριν την πάροδο τριών ετών από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της οφειλής, ή, σε περίπτωση υπαγωγής σε πρόγραμμα ρύθμισης, από την ημερομηνία απώλειας της ρύθμισης.

Β. ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Ι. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

Α) Υποβολή δηλώσεων

Για τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών, νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

1. Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 57 του ν.4446/2016, στη ρύθμιση για υποβολή των δηλώσεων με βάση τις υπόψη διατάξεις υπάγονται οι αρχικές ή τροποποιητικές, χρεωστικές ή μηδενικές, δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων, ανεξαρτήτως αν προκύπτει φόρος για καταβολή. Η ανωτέρω ρύθμιση καταλαμβάνει κάθε υποχρέωση από φόρο, τέλος ή εισφορά εκ των αναφερομένων στο άρθρο 2 και στο Παράρτημα του ν.4174/2013 (Κ.Φ.Δ.), καθώς και οποιαδήποτε δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα, υπό την προϋπόθεση ότι η προθεσμία για την υποβολή της αρχικής δήλωσης είχε λήξει μέχρι τις 30.09.2016. Με την υποβολή των ανωτέρω δηλώσεων δεν βεβαιώνεται προκαταβολή φόρου, καθόσον η βεβαίωση αυτή γίνεται, είτε με βάση τις διατάξεις του νέου Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.4172/2013) είτε του προϊσχύσαντος Κ.Φ.Ε. (ν.2238/1994), έναντι του φόρου που αναλογεί στο εισόδημα του διανυόμενου φορολογικού έτους (ή της διανυόμενης διαχειριστικής περιόδου ή του ημερολογιακού έτους κατά περίπτωση), το οποίο στην περίπτωση αυτή δεν υφίσταται.

Για την καλύτερη κατανόηση των αναφερομένων ανωτέρω τίθενται τα ακόλουθα παραδείγματα:

1. ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΡΧΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΤΟΥΣ 2010:

Εισόδημα από μισθούς (κωδ 301 Ε1) =18.000 ευρώ
Εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα (κωδ 501 Ε1) =2.000 ευρώ
Συνολικό εισόδημα 20.000 ευρώ

ΚΛΙΜΑΚΑ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
Αφορολόγητο 12.000 ευρώ
8000*25%=2.000 ευρώ
Άρα φόρος κλίμακας 2.000 ευρώ
Εκπρόθεσμο φόρου 2.000*78*1%=1.560 ευρώ

ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ 3.560 ευρώ

ΦΟΡΟΣ ΑΡΧΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΦΟΡΟΙ ΦΟΡΟΣ

ΜΕ

ΡΥΘΜΙΣΗ

ΥΠΟΒΟΛΗ ΜΕΧΡΙ 31.3.2017

ΦΟΡΟΣ ΜΕ ΡΥΘΜΙΣΗ

ΥΠΟΒΟΛΗ

ΑΠΟ

31.3.2017

ΜΕΧΡΙ

31.5.2017

ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ ΕΚΤΟΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΣΥΝΟΛΙΚΗ

ΕΠΙΒΑΡΥΝΣ

Η ΜΕ

ΡΥΘΜΙΣΗ

ΥΠΟΒΟΛΗ

ΜΕΧΡΙ

31.3.2017

ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ ΜΕ ΡΥΘΜΙΣΗ

ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΠΟ

31.3.2017

ΜΕΧΡΙ 31.5.2017

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

2.000 1.560 2.000*8 %=160 2.000*10% =200 3.560 2.160 2.200

 

Όφελος με ΡΥΘΜΙΣΗ: 1.400 ευρώ ή 1.360 ευρώ

2. ΥΠΟΒΟΛΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΤΟΥΣ 2010:

Εισόδημα από μισθούς, κωδ.301=18.000 ευρώ
Εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα, (κωδ.501) =5.000 ευρώ
Συνολικό εισόδημα 23.000 ευρώ

ΚΛΙΜΑΚΑ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
Αφορολόγητο 12.000 ευρώ
11.000*25%=2.750 ευρώ
Άρα φόρος κλίμακας 2.750
Εκπρόθεσμο φόρου 2.750*78*1%=2.145 ευρώ

ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ 4.895 ευρώ

ΦΟΡΟΣ

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ

ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΦΟΡΟΙ ΦΟΡΟΣ

ΜΕ

ΡΥΘΜΙΣΗ

ΥΠΟΒΟΛΗ ΜΕΧΡΙ 31.3.2017

ΦΟΡΟΣ ΜΕ ΡΥΘΜΙΣΗ

ΥΠΟΒΟΛΗ

ΑΠΟ

31.3.2017

ΜΕΧΡΙ

31.5.2017

ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ ΕΚΤΟΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΣΥΝΟΛΙΚΗ

ΕΠΙΒΑΡΥΝΣ

Η ΜΕ

ΡΥΘΜΙΣΗ

ΥΠΟΒΟΛΗ

ΜΕΧΡΙ

31.3.2017

ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ ΜΕ ΡΥΘΜΙΣΗ

ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΠΟ

31.3.2017

ΜΕΧΡΙ 31.5.2017

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

2.750 2.145 2.750*8 %=220 2.750*10% =275 4.895 2.970 3.025

Όφελος με ΡΥΘΜΙΣΗ: 1.925 ευρώ ή 1.870 ευρώ

Β) Δηλώσεις πληροφοριακού χαρακτήρα

Ειδικά, για τις δηλώσεις πληροφοριακού χαρακτήρα που αφορούν εισόδημα από ακίνητα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

1. Το εισόδημα από μίσθωση ή υπεκμίσθωση ακινήτων όπως έχει οριστεί με τις διατάξεις του ν.2238/1994 για τα εισοδήματα που είχαν αποκτηθεί έως και 31/12/2013, είτε με τις διατάξεις του ν.4172/2013 για τα εισοδήματα από 1/1/2014 έως και 31-12-2015, το οποίο προκύπτει από βραχυχρόνιες μισθώσεις (από πλατφόρμες τύπου airbnb κτλ.), είτε από μακροχρόνιες μισθώσεις, δύναται να δηλωθεί με αρχική ή τροποιητική κατά περίπτωση δήλωση φορολογίας εισοδήματος, στο έτος απόκτησης του δικαιώματος είσπραξης του εισοδήματος αυτού.

2. Η δήλωση πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας που προβλέπεται από 1.1.2014 σύμφωνα με τις διατάξεις της ΠΟΛ.1013/7.1.2014 Απόφασης ΓΓΔΕ, δύναται να υποβληθεί είτε ανά μίσθωση, είτε συγκεντρωτικά κατ’ έτος ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή όχι ΑΦΜ του μισθωτή-μισθωτών.

ΙΙ. Φ ΠΑ – ΤΕΛΗ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ

Α) ΦΠΑ

1. Οι υποκείμενοι στον φόρο έχουν την δυνατότητα να υποβάλουν αρχικές ή τροποποιητικές χρεωστικές ή μηδενικές δηλώσεις ΦΠΑ, για αποκάλυψη φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών (ανεξαρτήτως αν προκύπτει φόρος για καταβολή). Περαιτέρω, στο πλαίσιο της παρούσας ρύθμισης μπορούν να υποβληθούν και:
α) δηλώσεις αποθεμάτων, ανεξαρτήτως εάν προκύπτει ή όχι ποσό φόρου για καταβολή,
β) ανακεφαλαιωτικοί πίνακες ενδοκοινοτικών αποκτήσεων ή λήψεων υπηρεσιών και παραδόσεων αγαθών ή παροχών υπηρεσιών,
γ) έντυπα προϋπολογιστικού και απολογιστικού κόστους που αφορούν παραδόσεις ακινήτων.

2. Διευκρινίζεται ότι δηλώσεις ΦΠΑ με πιστωτικό υπόλοιπο δεν εμπίπτουν στις διατάξεις των άρθρων 57 και 58 του ως άνω νόμου. Εντούτοις, εμπίπτουν στις διατάξεις αυτές δηλώσεις με τις οποίες το πιστωτικό υπόλοιπο μηδενίζεται ή μετατρέπεται σε χρεωστικό.

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω αναφορικά με την υποβολή δηλώσεων ΦΠΑ τίθενται τα ακόλουθα παραδείγματα:

1. Υποβάλλεται την 28/02/2017 αρχική δήλωση ΦΠΑ που αφορά την φορολογική περίοδο 01/04/2012-30/06/2012 με χρεωστικό υπόλοιπο €1.000,00.

Με τις ισχύουσες διατάξεις του ν.2523/1997 ο πρόσθετος φόρος θα υπολογίζονταν στο 60% του κύριου φόρου. Με τις διατάξεις του ν.4446/2016 ο πρόσθετος φόρος θα υπολογιστεί σε 8 % επί του κυρίου φόρου χωρίς περαιτέρω αναπροσαρμογή αυτού σύμφωνα με τον πίνακα της παραγράφου 4 του άρθρου 57.

Σε αυτή την περίπτωση ο πρόσθετος φόρος θα διαμορφώνονταν σε €80,00 (1000Χ8%=80).

2. Υποβάλλεται την 31/05/2017 τροποποιητική δήλωση ΦΠΑ που αφορά την φορολογική περίοδο 01/06/2008-30/06/2008 με χρεωστικό υπόλοιπο €1000,00.

Με τις ισχύουσες διατάξεις του ν.2523/97 ο πρόσθετος φόρος θα υπολογίζονταν στο 60% του κύριου φόρου. Με τις διατάξεις του ν.4446/2016 ο πρόσθετος φόρος θα υπολογιστεί σε 10% επί του κυρίου φόρου με αναπροσαρμογή αυτού 6% σύμφωνα με τον οικείο συντελεστή του πίνακα της παραγράφου 4 του άρθρου 57. Σε αυτή την περίπτωση ο πρόσθετος φόρος θα διαμορφώνονταν σε €106,00 (1000Χ10%=100 και 100Χ6%=6).

Β) Τέλη – ειδικές φορολογίες

1. Η ανωτέρω ρύθμιση καταλαμβάνει και το Τέλος Χαρτοσήμου καθώς και τις λοιπές ειδικές φορολογίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα του ΚΦΔ. Της ρύθμισης εξαιρούνται τα τέλη κυκλοφορίας, καθώς δεν περιλαμβάνονται στο Παράρτημα του ΚΦΔ.

2. Ειδικά για τα Τέλη Χαρτοσήμου διευκρινίζεται ότι στη ρύθμιση υπάγονται τα τέλη που οφείλονται για οποιαδήποτε αιτία, τα οποία δεν έχουν αποδοθεί, ανεξάρτητα από τον τρόπο απόδοσης, με εξαίρεση τις συναλλαγματικές και τα γραμμάτια σε διαταγή. Επομένως, η ρύθμιση καταλαμβάνει και τα τέλη χαρτοσήμου που αποδίδονται κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 του ΚΤΧ (εντός πέντε (5) ημερών από την κατάρτιση του
εγγράφου), εφόσον βέβαια το σχετικό έγγραφο είχε καταρτιστεί και η προθεσμία για την εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσης υποβολής δήλωσης κατά τα ανωτέρω, έληγε έως 30.9.2016.

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω τίθεται το ακόλουθο παράδειγμα:

Υποβάλλεται την 28.3.2017, αρχική δήλωση απόδοσης τελών χαρτοσήμου η οποία αφορά δάνειο μεταξύ ιδιωτών καταρτισθέν την 1.8.2005, ποσού 10.000 ευρώ. Τα οφειλόμενα τέλη χαρτοσήμου ανέρχονται σε 300 ευρώ, πλέον ΟΓΑ χαρτοσήμου 60 ευρώ. Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του ν. 2523/1997 ο πρόσθετος φόρος θα υπολογιζόταν στο 60% του κύριου φόρου. Με τις διατάξεις του ν. 4446/2016 ο πρόσθετος φόρος θα υπολογισθεί σε 8% επί του κύριου φόρου με περαιτέρω αναπροσαρμογή αυτού 15% σύμφωνα με τον οικείο συντελεστή του πίνακα της παραγράφου 4 του άρθρου 57.

ΙΙΙ. ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Α) Φορολογίες κατοχής ακίνητης περιουσίας

1. Στη ρύθμιση των διατάξεων των άρθρων 57 – 61 του ν. 4446/2016 υπάγονται οι κατωτέρω φορολογίες:

α. Ο Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (Φ.Μ.Α.Π.), όπως αυτός ορίζεται στα άρθρα 21 έως και 35 του ν. 2459/1997 (ΦΕΚ 17 Α’), όπως ισχύει, και αφορά τα έτη 1997 έως και 2007.

β. Το Ενιαίο Τέλος Ακινήτων (Ε.Τ.ΑΚ.), όπως αυτό ορίζεται στα άρθρα 5 έως και 19 του ν. 3634/2008, όπως ισχύει, και αφορά τα έτη 2008 και 2009.

γ. Ο Φόρος Ακίνητης Περιουσίας (Φ.Α.Π.), όπως αυτός ορίζεται στα άρθρα 27 έως και 50 του ν. 3842/2010, όπως ισχύει, και αφορά τα έτη 2010 έως και 2013. Οι δηλώσεις Φ.Μ.Α.Π. νομικών προσώπων, Ε.Τ.ΑΚ. νομικών προσώπων και Φ.Α.Π. νομικών προσώπων υποβάλλονται χειρόγραφα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και, μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών, εκδίδεται πράξη διοικητικού ή διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Μ.Α.Π. ή γίνεται άμεσος προσδιορισμός Ε.Τ.ΑΚ. ή Φ.Α.Π. κατά περίπτωση. Τα φυσικά πρόσωπα υποβάλλουν δηλώσεις Φ.Μ.Α.Π. χειρόγραφα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., δηλώσεις στοιχείων ακινήτων Ε9 ετών 2005 έως 2009 χειρόγραφα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. (από τις οποίες συντίθεται ηλεκτρονικά δήλωση Ε.Τ.ΑΚ./πράξη διοικητικού ή διορθωτικού προσδιορισμού κατά περίπτωση) και ηλεκτρονικά δηλώσεις στοιχείων ακινήτων Ε9 ετών 2010 έως και 2013 (από τις οποίες συντίθεται ηλεκτρονικά δήλωση Φ.Α.Π./πράξη διοικητικού ή διορθωτικού προσδιορισμού κατά περίπτωση).
Στις ανωτέρω περιπτώσεις α, β και γ, όταν το αποτέλεσμα της εκκαθάρισης είναι χρεωστικό, επιβάλλεται πρόσθετος φόρος, όπως αυτός ορίζεται στα άρθρα 57 και 58 του ν. 4446/2016. Σε όλες τις περιπτώσεις (δηλώσεις μηδενικές ή χρεωστικές), δεν επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997.

δ. Ο Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.), όπως αυτός ορίζεται στα άρθρα 1 έως και 8 του ν. 4223/2013, όπως ισχύει, και αφορά τα έτη 2014 έως και 2016. Τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα υποβάλλουν ηλεκτρονικά δηλώσεις στοιχείων ακινήτων Ε9 ετών 2014 έως και 2016 (από τις οποίες συντίθεται ηλεκτρονικά δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α./πράξη διοικητικού ή διορθωτικού προσδιορισμού κατά περίπτωση). Για τα έτη αυτά επιβάλλεται ο προβλεπόμενος στο άρθρο 53 του ν. 4174/2013 τόκος. Σε όλες τις περιπτώσεις (δηλώσεις μηδενικές ή χρεωστικές), δεν επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013, δεδομένου ότι αυτό, όπου απαιτείται, επιβάλλεται κατά την υποβολή της δήλωσης στοιχείων ακινήτων (σχετ. ΠΟΛ.1252/20.11.2015 εγκύκλιος).

ε. Ο Ειδικός Φόρος επί Ακινήτων (Ε.Φ.Α.) όπως αυτός ορίζεται στα άρθρα 15 έως και 17 του ν. 3091/2002, όπως ισχύει, και αφορά τα έτη 2003 έως και 2016. Υπενθυμίζεται ότι η υποβολή μηδενικών δηλώσεων ΕΦΑ των ετών 2003 έως και 2009 δεν είναι υποχρεωτική (σχετική η ΠΟΛ 1041/2003). Για τα έτη 2003 έως και 2013, επιβάλλεται πρόσθετος φόρος, όπως αυτός ορίζεται στα άρθρα 57 και 58 του ν. 4446/2016. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η δήλωση Ε.Φ.Α. ετών 2014 έως και 2016 είναι χρεωστική, επιβάλλεται ο τόκος του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 καθώς και το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013. Σε όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες το αποτέλεσμα της δήλωσης είναι μηδενικό δεν επιβάλλονται τα αυτοτελή πρόστιμα. Τονίζεται ότι από το έτος 2016 το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 για τη φορολογία αυτή είναι εκατό (100) ευρώ σύμφωνα με την περίπτωση α της παραγράφου 2 του ιδίου άρθρου και νόμου, ενώ για τα έτη 2014 και 2015 εφαρμόζονται οι περιπτώσεις β, γ, δ, κατά περίπτωση, της παραγράφου 2 του άρθρου 54 του ν. 4174/2013.

2. Στη ρύθμιση υπάγονται και οι δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (έντυπο Ε9), όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 23 του ν. 3427/2005, όπως ισχύει. Η υποβολή των δηλώσεων Ε9 αφορά τα έτη 2005 έως και 2016 καθώς και τις δηλώσεις μεταβολής της περιουσιακής κατάστασης του φορολογουμένου, οι οποίες έπρεπε να έχουν υποβληθεί εμπρόθεσμα από την 1η Ιανουαρίου 2016 μέχρι την 30.9.2016.

Στις περιπτώσεις υποβολής δήλωσης Ε9 ετών 2008 έως και 2013 νομικών προσώπων, δεν επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997, δεδομένου ότι κατά τις χρήσεις αυτές, από τις εν λόγω δηλώσεις των νομικών πρόσωπων δεν προέκυπτε φόρος.

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες από την υποβολή δήλωσης Ε9 συντίθενται μηχανογραφικά δηλώσεις/πράξεις διοικητικού ή διορθωτικού προσδιορισμού Ε.Τ.ΑΚ., Φ.Α.Π. και ΕΝ.Φ.Ι.Α., όταν το αποτέλεσμα της πράξης είναι μηδενικό, δεν επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 ή το πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013, κατά περίπτωση. Όταν το αποτέλεσμα της πράξης είναι χρεωστικό, δεν επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 (έτη 2008 έως και 2013), αλλά επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 (έτη 2014 έως και 2016).

Η υπαγωγή στη ρύθμιση περί οικειοθελούς αποκάλυψης φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών, ειδικά για τις δηλώσεις ΕΝ.Φ.Ι.Α. φυσικών και νομικών προσώπων των ετών 2014 – 2016, στην πράξη δεν θα επιφέρει καμία ευεργετική συνέπεια παρά μόνο στις περιπτώσεις μηδενικών δηλώσεων, στις οποίες δεν επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013.

Κατά τα λοιπά για την εκκαθάριση χρεωστικών δηλώσεων ΕΝΦΙΑ επιβάλλονται οι προβλεπόμενοι από το νόμο τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής ως εξής:
• Για το έτος 2014: Από 30/12/2014
• Για το έτος 2015: Από 4/ 9 /2015
• Για το έτος 2016: Από 29/ 8 /2016
καθώς και το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013.

Β) Φορολογίες κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων και κερδών από τυχερά παίγνια

1. Με τις διατάξεις του άρθρου 57 ρυθμίζεται και η υποβολή δηλώσεων (αρχικών ή τροποποιητικών) φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων και κερδών από τυχερά παίγνια, ανεξαρτήτως αν προκύπτει φόρος για καταβολή, όχι όμως η υποβολή δηλώσεων από τις οποίες προκύπτει επιστροφή φόρου.

2. Οι δηλώσεις φόρου κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων και κερδών από τυχερά παίγνια, λόγω της έλλειψης μηχανογραφικής εφαρμογής, υποβάλλονται χειρόγραφα στον αρμόδιο για την παραλαβή των οικείων δηλώσεων Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. (όπως η αρμοδιότητα έχει καθορισθεί με τις αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατά το άρθρο 4 του Κ.Φ.Δ.) και ακολουθεί η καταχώρησή τους στα οικεία βιβλία μεταγραφής. Μετά την υποβολή της αρχικής δήλωσης φόρου κληρονομιών, δωρεών (πλην των χρηματικών δωρεών) και μεταβίβασης ακινήτων εκδίδεται πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου, ενώ στην περίπτωση της εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης εκδίδεται πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου. Η υποβολή της δήλωσης φόρου χρηματικών δωρεών και κερδών από τυχερά παίγνια συνιστά άμεσο προσδιορισμό του φόρου.

3. Ειδικά, για τις υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και κερδών από τυχερά παίγνια, των οποίων η προθεσμία υποβολής της αρχικής δήλωσης έληξε μέχρι και τις 31.12.2014, δεν υπολογίζονται ο τόκος και το πρόστιμο των άρθρων 53 και 54 του ν. 4174/2013, αλλά μειωμένος κατά τα ανωτέρω πρόσθετος φόρος και πρόστιμο της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 (σχετ. το άρθρο 72 παρ. 29 ΚΦΔ), δεδομένου ότι στις φορολογίες αυτές η εφαρμογή του Κ.Φ.Δ. άρχισε από 1.1.2015. Σε κάθε περίπτωση, όπου στην παρούσα γίνεται αναφορά στην εφαρμογή διατάξεων του Κ.Φ.Δ. για τις ανωτέρω φορολογίες, εννοείται ότι ισχύουν από 1.1.2015.

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω τίθενται τα ακόλουθα παραδείγματα:

1) Φορολογούμενος ζήτησε την 11.3.2011 (ημερομηνία σύνταξης συμβολαίου) απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης για αγορά πρώτης κατοικίας, δηλώνοντας ότι προτίθεται να εγκατασταθεί στην Ελλάδα εντός δύο ετών από την αγορά (αρ. 1 παρ. 3 και 7 ν. 1078/1980). Παρολ’ αυτά δεν εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα εντός της ανωτέρω προθεσμίας και δεν υπέβαλε τη σχετική δήλωση εντός προθεσμίας έξι μηνών από τη συμπλήρωση της διετίας όπως είχε υποχρέωση, δηλαδή έως 12.9.2013. Εφόσον ο φορολογούμενος, χωρίς να έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου για τη συγκεκριμένη υπόθεση, υποβάλει δήλωση έως 31.3.2017, εκτός από τον κύριο φόρο, θα του επιβληθεί και πρόσθετος φόρος 8%, ενώ εάν υποβάλει τη σχετική δήλωση έως 31/5/2017 θα του επιβληθεί πρόσθετος φόρος 10%, γιατί η προθεσμία υποβολής της δήλωσης έληξε εντός του έτους 2013.

2) Το έτος 2013 εκδόθηκε εντολή για προσαύξηση περιουσίας φυσικού προσώπου χρήσεων 2007-2013. Από τον έλεγχο και το άνοιγμα λογαριασμών του ελεγχόμενου, διαπιστώθηκε ότι το 2007 από πώληση ακινήτου εισέπραξε ποσό μεγαλύτερο από το δηλωθέν τίμημα στο συμβόλαιο της μεταβίβασης. Στον φορολογούμενο έχει κοινοποιηθεί προσωρινός διορθωτικός προσδιορισμός του φόρου την 25/11/2016. Σε αυτήν την περίπτωση, ο φορολογούμενος δύναται να υπαχθεί στις οικείες διατάξεις του ν. 4446/2016 έως 23/1/2017 για τα φορολογικά αντικείμενα στα οποία αναφέρεται η εντολή ελέγχου.

Ειδικότερα για τη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων, ο φορολογούμενος μπορεί να υπαχθεί στις διατάξεις του ν.4446/2016 και να δηλώσει το επιπλέον καταβληθέν τίμημα με την υποβολή σε κάθε περίπτωση κοινής δήλωσης (αγοραστή και πωλητή), ανεξάρτητα αν έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου για το φόρο μεταβίβασης ακινήτων, με την εφαρμογή βέβαια των ανάλογων διατάξεων του ν.4446/2016 (ως προς τις προθεσμίες, τα ποσοστά των πρόσθετων κ.λπ.). Σημειώνεται ότι ο επιπλέον φ.μ.α. υπολογίζεται με τους συντελεστές που ίσχυαν κατά το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης, δηλαδή κατά το χρόνο σύνταξης του μεταβιβαστικού συμβολαίου. (Αντίθετα, αν η υποβολή της κοινής δήλωσης γίνει ενόψει της σύνταξης διορθωτικού συμβολαίου ως προς το τίμημα, ο επιπλέον φ.μ.α. για τη διαφορά του τιμήματος θα υπολογισθεί με τον ισχύοντα κατά το χρόνο σύνταξης του διορθωτικού συμβολαίου συντελεστή).

ΙV. ΚΒΣ/ΚΦΑΣ/ΕΛΠ

Η ρύθμιση αυτή, καταλαμβάνει και τις καταστάσεις φορολογικών στοιχείων πελατών και προμηθευτών, που η προθεσμία υποβολής της αρχικής δήλωσης είχε λήξει μέχρι τις 30.9.2016, ανεξαρτήτως των ημερολογιακών ετών που αυτές αφορούν. Ειδικότερα, καταλαμβάνει και τις καταστάσεις φορολογικών στοιχείων, πελατών και προμηθευτών, της παρ. 3 του άρθρου 14 του Κ.Φ.Δ., που υποβάλλονται με βάση την Α.Γ.Γ.Δ.Ε.ΠΟΛ.1022/7.1.2014, όπως ισχύει, των οποίων η προθεσμία για την υποβολή και των τεσσάρων τριμήνων, που αφορούν το ημερολογιακό έτος 2015, έληγε την 30/09/2016, ανεξάρτητα από τις παρατάσεις που δόθηκαν μεταγενέστερα. Καταλαμβάνει επίσης και τις δηλώσεις που υποβάλλονται για τους φορολογικούς ηλεκτρονικούς μηχανισμούς (Φ.Η.Μ.), οι οποίες αφορούν ενάρξεις, μεταβολές, παύσεις κ.λπ. των Φ.Η.Μ., που η προθεσμία υποβολής της αρχικής δήλωσης είχε λήξει μέχρι τις 30.9.2016, ανεξαρτήτως των περιόδων, που αυτές έπρεπε να έχουν υποβληθεί.

V. ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΜΗΤΡΩΟΥ

Στην παρούσα ρύθμιση μπορούν να υπαχθούν και οι δηλώσεις έναρξης, μεταβολής, μετάταξης, και διακοπής εργασιών καθώς και οι δηλώσεις περί ορισμού φορολογικού εκπροσώπου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ.1283/30.12.2013, υπό την προϋπόθεση ότι η προθεσμία υποβολής αυτών έληγε μέχρι την 30.9.2016.

VΙ. ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Η ρύθμιση αυτή καταλαμβάνει και τις εξής περιπτώσεις δηλώσεων πληροφοριακού χαρακτήρα:

1. Τον Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΠΟΛ.1179/18.7.2013 Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε., για χρήσεις που αρχίζουν από 1ης.1.12 και μέχρι 31.12.2013.

2. Την κατάσταση ενδοομιλικών συναλλαγών της παρ. 4 του άρθρου 26 του ν. 3728/2008, για χρήσεις 2008 έως και 2011.

VΙΙ. ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΛΕΓΧΟΥ

1. Στις διατάξεις της ρύθμισης των άρθρων 57 έως 61 του ν. 4446/2016 μπορούν να υπαχθούν και φορολογούμενοι για τους οποίους έχει εκδοθεί ή θα εκδοθεί εντολή ελέγχου μέχρι την 31.05.2017, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων του άρθρου 60 του νόμου αυτού.

2. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 59 προβλέπεται η παροχή κινήτρων προς τους φορολογούμενους προκειμένου αυτοί να δηλώνουν με αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις μη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη και να αποκαλύπτουν οικειοθελώς τυχόν διαπραχθείσες παραβάσεις και παρατυπίες αναφορικά με την εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας.

3. Εφόσον με την φορολογητέα ύλη που περιλαμβάνεται στις υποβαλλόμενες δηλώσεις του ν. 4446/2016, αποκαθίστανται πλήρως φορολογικές παραβάσεις σε όλες τις φορολογίες που επηρεάζονται από τις παραβάσεις αυτές, δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα των άρθρων 58, 58Α και 59 του ν. 4174/2013 ή του άρθρου 7 του ν.4337/2015 (Α’ 129) ή του άρθρου 6 του ν. 2523/1997.

4. Εφόσον με την φορολογητέα ύλη που περιλαμβάνεται στις υποβαλλόμενες δηλώσεις του ν. 4446/2016, αποκαθίστανται μερικώς φορολογικές παραβάσεις σε όλες τις φορολογίες που επηρεάζονται από τις παραβάσεις αυτές, τα πρόστιμα των άρθρων 58, 58Α και 59 του ν. 4174/2013 ή του άρθρου 7 του ν.4337/2015 (Α’ 129) ή του άρθρου 6 του ν. 2523/1997 προσαρμόζονται αναλόγως. Ευνόητο είναι ότι για την φορολογητέα ύλη που δεν αποκαθίσταται με τις ανωτέρω δηλώσεις, αυτή θα λαμβάνεται υπόψη κατά την σύνταξη της οικείας έκθεσης ελέγχου, προκειμένου να εκδίδονται οι οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και επιβολής προστίμων.

3. Εφόσον μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης του ν. 4446/2016 (12-12-2016) στη Βουλή έχουν κοινοποιηθεί πράξεις επιβολής προστίμων των άρθρων 5 και 6 του ν. 2523/1997 ή του άρθρου 7 του ν.4337/2015 (Α’ 129), δύναται να υποβληθούν δηλώσεις στις φορολογίες που επηρεάζονται από τις παραβάσεις αυτές (φορολογία εισοδήματος, Φ.Π.Α. κλπ), εφόσον μέχρι την 12-12-2016 δεν έχουν κοινοποιηθεί οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου στις φορολογίες αυτές. Στην περίπτωση αυτή, οι ανωτέρω πράξεις επιβολής προστίμων δεν τροποποιούνται.

4. Η υποβολή δηλώσεων στο πλαίσιο του παρόντος νόμου είναι δυνατή και στις περιπτώσεις που δεν έχει γίνει ακόμα αποδεκτό το Συμπληρωματικό Εκκαθαριστικό Σημείωμα του ν. 3888/2010.

5. Επιτρέπεται η υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, ΦΠΑ και λοιπών φορολογιών σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 57 έως 61 του ν.4446/2016 και σε περιπτώσεις που οι αντίστοιχες αρχικές έχουν υποβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13 έως 17 του ν.3296/2004 περί αυτοελέγχου.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ (με στρογγυλοποίηση)

Ειδικότερα για τις υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και κερδών από τυχερά παίγνια στις οποίες η προθεσμία υποβολής της αρχικής δήλωσης έληξε μέχρι τις 31-12-2014, επιβάλλονται οι πρόσθετοι φόροι που αναγράφονται στον πιο πάνω πίνακα για τα έτη 2010, 2011, 2012 και 2013 αντίστοιχα.

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Γ. ΠΙΤΣΙΛΗΣ

 

 

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

ΠΟΛ.1191/2016 Ορισμός του τύπου και του περιεχομένου του ειδικού στοιχείου της παρ. 3 του άρθρου 41 του Κώδικα Φ.Π.Α.

ΠΟΛ 1191/2016

(ΦΕΚ Β’ 4471/30-12-2016)

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις της περίπτωσης β’ της παραγράφου 14 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ (κυρ. ν.2859/2000), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 47 του ν.4410/2016 (ΦΕΚ Α’ 141/03.08.2016), σύμφωνα με τις οποίες με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ορίζεται, μεταξύ άλλων, ο τύπος και το περιεχόμενο του ειδικού στοιχείου που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου, καθώς και κάθε άλλο διαδικαστικό θέμα.

2. Τις ακόλουθες διατάξεις του Κώδικα Φ.Π.Α.:
α) τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 41,
β) τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 19,
γ) τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 64.

3. Τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν.4174/2013 (ΚΦΔ) (ΦΕΚ Α΄170/26.07.2013).

4. Την ΑΥΟ ΠΟΛ.1144/20.10.2010 (ΦΕΚ Β’ 1759/10.11.2010).

5. Την ΑΥΟ ΠΟΛ.1066/2.4.2013 (ΦΕΚ Β’ 753/02.04.2013), όπως ισχύει.

6. Τις διατάξεις του Π.Δ. 111/2014 (ΦΕΚ Α’ 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύει.

7. Τις διατάξεις της υποπαραγράφου Ε.2 της παρ. Ε του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012 (ΦΕΚ Α’ 222), όπως ισχύει, περί σύστασης θέσης Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.

8. Την ΠΥΣ 1/20.01.2016 «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών (ΦΕΚ ΥΟΔΔ/18).

9. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

1. Το περιεχόμενο του ειδικού στοιχείου της παραγράφου 3 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ, το οποίο εκδίδεται από αγρότες του ειδικού καθεστώτος για την παράδοση αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και την παροχή αγροτικών υπηρεσιών προς άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ή προς μη υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα ορίζεται όπως το υπόδειγμα που προσαρτάται στην παρούσα απόφαση.

2. Το ανωτέρω ειδικό στοιχείο εκδίδεται αθεώρητο για κάθε παράδοση αγροτικών προϊόντων και για κάθε παροχή αγροτικών υπηρεσιών. Η αξία που αναγράφεται στο εν λόγω ειδικό στοιχείο είναι το ποσό που πράγματι καταβάλλεται από τον αγοραστή των αγαθών ή το λήπτη των υπηρεσιών, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του Κώδικα ΦΠΑ, και δεν επιβαρύνεται με Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.

3. Το ειδικό στοιχείο δεν αποτελεί δικαιολογητικό επιστροφής ΦΠΑ στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ. Η αναγραφόμενη επί του ειδικού στοιχείου αξία λαμβάνεται υπόψη στον προσδιορισμό του ορίου των 15.000 ευρώ, που αποτελεί κριτήριο για την παραμονή του εκδότη του εν λόγω στοιχείου στο ειδικό καθεστώς αγροτών ή την υποχρεωτική μετάταξη του στο κανονικό καθεστώς.

4. Για σκοπούς άμεσης φορολογίας, η αξία που αναγράφεται επί του ειδικού στοιχείου αποτελεί για τον εκδότη του στοιχείου ακαθάριστο έσοδο και για το λήπτη αυτού εκπιπτόμενη δαπάνη, στην περίπτωση που ο λήπτης είναι αγρότης του ειδικού καθεστώτος.

5. Το ειδικό στοιχείο είναι διπλότυπο και η αρίθμηση του είναι αύξουσα προοδευτική ανά έτος. Ως δικαιολογητικό παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ διαφυλάσσεται στο χρόνο που προβλέπεται από την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του Ν.4174/2013 (ΚΦΔ).

6. Η ΑΥΟ ΠΟΛ.1144/20.10.2010 καταργείται

Η απόφαση αυτή, η οποία ισχύει από 01.01.2017, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 21 Δεκεμβρίου 2016

Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

ΠΟΛ.1007/2017 Φορολογική μεταχείριση των αμοιβών που καταβάλλονται για τις υπηρεσίες της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013, οι οποίες παρέχονται στην Ελλάδα από μόνιμη εγκατάσταση αλλοδαπών νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων με έδρα σε κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου

Αθήνα, 18/1/2017

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β’

Ταχ. Δ/νση:Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κώδικας :101 84 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες:Αλ. Μπουραζάνη
Τηλέφωνο : 210 – 33.75.312
Fax:210 – 33.75.001

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ
ΠΟΛ 1007/2017

Θέμα: Φορολογική μεταχείριση των αμοιβών που καταβάλλονται για τις υπηρεσίες της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013, οι οποίες παρέχονται στην Ελλάδα από μόνιμη εγκατάσταση αλλοδαπών νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων με έδρα σε κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.

Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 62 και της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013, οι πληρωμές για αμοιβές για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες και άλλες αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες, ανεξαρτήτως εάν έχουν παρασχεθεί στην Ελλάδα, όταν ο λήπτης της αμοιβής είναι φυσικό πρόσωπο, υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%).

2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες που έχουν τη φορολογική κατοικία τους στην Ελλάδα και λαμβάνουν αμοιβές για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην περ. δ’ της παραγράφου 1 δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 64.

3. Επίσης, με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του ίδιου άρθρου και νόμου ορίζεται ότι κάθε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα και λαμβάνει αμοιβές για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες ή και αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες υπόκειται σε παρακράτηση φόρου.

4. Με την ΠΟΛ.1120/25.4.2014 εγκύκλιό μας, με την οποία δόθηκαν οδηγίες για τη φορολογική μεταχείριση των αμοιβών που καταβάλλονται για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες και άλλες αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες, διευκρινίστηκε ότι για τις υπηρεσίες της περ. δ’ της παραγράφου 1 που παρέχονται από τα νομικά πρόσωπα ή τις νομικές οντότητες του άρθρου 45 που έχουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 4 του Κ.Φ.Ε., δεν ενεργείται παρακράτηση φόρου, με εξαίρεση τις αμοιβές που λαμβάνουν για τις υπηρεσίες που παρέχουν σε φορείς γενικής κυβέρνησης, καθώς και τις αμοιβές για τεχνικά έργα, δεδομένου ότι στην περίπτωση δ’ της παρ. 1 του άρθρου 64 ορίζεται ότι οι υπόψη αμοιβές που λαμβάνουν τόσο τα φυσικά πρόσωπα όσο και τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 3%.

Όσον αφορά στις αμοιβές που λαμβάνουν τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν έχουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα, με την ίδια εγκύκλιο διευκρινίσθηκε ότι αυτές υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου μόνο όταν παρέχονται μέσω μόνιμης εγκατάστασης στην Ελλάδα των αλλοδαπών αυτών προσώπων. Και τούτο διότι από το συνδυασμό των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 4172/2013, σύμφωνα με τις οποίες, ο φορολογούμενος που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει στην Ελλάδα και αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος, καθώς και των διατάξεων της περ. γ’ της παρ. 1 του άρθρου 5 του ίδιου νόμου, σύμφωνα με τις οποίες, εισόδημα που προκύπτει στην ημεδαπή είναι κάθε εισόδημα πηγής Ελλάδος και ιδίως το εισόδημα από υπηρεσίες διοίκησης, συμβουλευτικές και τεχνικές που παρέχονται στην ημεδαπή μέσω μόνιμης εγκατάστασης, συνάγεται ότι οι αμοιβές που λαμβάνει το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα που δεν έχει τη φορολογική του κατοικία αλλά διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου, όταν οι αμοιβές αυτές αφορούν σε παροχή υπηρεσιών της περ. δ’ της παρ. 1 στην ημεδαπή μέσω της μόνιμης εγκατάστασής του. Με την παρακράτηση αυτή δεν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων, αλλά ο φόρος που παρακρατήθηκε θα πιστωθεί έναντι του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων.

Αντίθετα, οι αμοιβές που λαμβάνει νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα το οποίο δεν έχει τη φορολογική του κατοικία και δεν διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου.

5. Με βάση τα άρθρα 49 και 56 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σχετικά με την απαγόρευση των περιορισμών της ελευθερίας εγκαταστάσεως των υπηκόων ενός κράτους-μέλους στην επικράτεια ενός άλλου κράτους-μέλους και των περιορισμών της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της Ένωσης, αντίστοιχα, δεν είναι συμβατή με το ενωσιακό δίκαιο η διαφορετική φορολογική μεταχείριση που επιβάλλεται στις αμοιβές που καταβάλλονται σε αλλοδαπά νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται μέσω μόνιμης εγκατάστασης στην Ελλάδα σε σχέση με τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα φορολογικούς κατοίκους της χώρας μας, τα οποία δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου για τις ίδιες αμοιβές (σχετική και η επιστολή προκαταρκτικής διερεύνησης θεμάτων εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης EU PILOT 9079/2016/TAXU/19.12.2016 της Ε.Ε.).

6. Όπως έχει αποφανθεί το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-53/13 και C-80/13, αντιτίθεται στο άρθρο 56 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ρύθμιση, δυνάμει της οποίας, οι εγκατεστημένες σε ορισμένο κράτος-μέλος εταιρίες που χρησιμοποιούν εργαζομένους, τους οποίους απασχολούν και έχουν θέσει υπό απόσπαση επιχειρήσεις προσωρινής απασχολήσεως προσωπικού, οι οποίες είναι μεν εγκαταστημένες σε άλλο κράτος-μέλος, αλλά δραστηριοποιούνται στο πρώτο κράτος μέσω υποκαταστήματος, οφείλουν να παρακρατούν στην πηγή και να αποδίδουν στο πρώτο κράτος προκαταβολή επί του φόρου εισοδήματος των εν λόγω εργαζομένων, ενώ η υποχρέωση αυτή δεν προβλέπεται για τις εγκατεστημένες στο πρώτο κράτος εταιρίες που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες προσωρινής απασχολήσεως προσωπικού εγκατεστημένων στο εν λόγω κράτος.
7. Κατόπιν των ανωτέρω, διευκρινίζεται ότι οι αμοιβές για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες ή και αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες που λαμβάνει, μέσω της μόνιμης εγκατάστασής του στην Ελλάδα, νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, φορολογικός κάτοικος κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου.

Από την ως άνω απαλλαγή εξαιρούνται οι αμοιβές που λαμβάνουν τα ως άνω νομικά πρόσωπα για τις υπηρεσίες που παρέχουν στους φορείς γενικής κυβέρνησης της παρ. 2 του άρθρου 64 και ως εκ τούτου, υπόκεινται σε παρακράτηση με συντελεστές 1%, 4% ή 8%, κατά περίπτωση, καθώς και οι αμοιβές για τεχνικά έργα, που λαμβάνουν τα υπόψη νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, οι οποίες υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 3%, βάσει της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 64.
8. Από την έκδοση της παρούσας, κάθε άλλη εγκύκλιος με αντίθετο περιεχόμενο παύει να ισχύει ως προς τη φορολογική αντιμετώπιση του εν λόγω ζητήματος.
Τυχόν παρακρατηθέντα ποσά σύμφωνα με την ΠΟΛ.1120/25.4.2014 εγκύκλιο δεν επιστρέφονται αλλά ο παρακρατηθείς φόρος θα συμψηφισθεί με τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των οικείων φορολογικών ετών.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

ΠΟΛ.1006/2017 Καθορισμός του τρόπου, της διαδικασίας υποβολής δηλώσεων και ρύθμιση λοιπών θεμάτων εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Α’ του Μέρους Πέμπτου «Οικειοθελής Αποκάλυψη Φορολογητέας Ύλης Παρελθόντων Ετών» (άρθρα 57-61) του ν. 4446/2016 (Α’ 240)

Αθήνα, 16 Ιανουαρίου 2017

(ΦΕΚ Β’ 43/17-01-2017)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α,Β, Γ
Τηλέφωνο : 210 3375204
2. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α’, Β’, Γ’ Δ’
Τηλέφωνο : 2103375-456, -149
3. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α’, Β’
Τηλέφωνο :
4. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α’, Β’

Τηλέφωνο : 210 3375878-880, 872-875
Ταχ. Δ/νση : Καρ. Σερβίας 8
Ταχ. Κωδ. : 101 84 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνο : 210 – 3375000
FAX : 210 – 3375354

ΠΟΛ 1006/2017

Θέμα: Καθορισμός του τρόπου, της διαδικασίας υποβολής δηλώσεων και ρύθμιση λοιπών θεμάτων εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Α΄ του Μέρους Πέμπτου «Οικειοθελής Αποκάλυψη Φορολογητέας Ύλης Παρελθόντων Ετών» (άρθρα 57-61) του ν. 4446/2016 (Α΄ 240)

Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016 (Α’ 240) και ειδικότερα, τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 61, με τις οποίες εξουσιοδοτείται ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων να ρυθμίζει τον τρόπο και τη διαδικασία υποβολής δηλώσεων και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των άρθρων αυτών.

2. Τις διατάξεις του ν. 4174/2013 (Α’ 170).

3. Τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α’ «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» του Μέρους Πρώτου του ν. 4389/2016 «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» (Α’ 94) και ειδικότερα των άρθρων 1,2, 13, 14, 17 και 41, όπως ισχύουν.

4. Τις διατάξεις της υποπαραγράφου Ε2 της παραγράφου Ε του πρώτου άρθρου του ν. 4093/2012 (Α’ 222), όπως ισχύει, περί σύστασης θέσης Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 και της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016, όπως ισχύουν.

5. Την αριθ. 1/20.01.2016 (ΦΕΚ 18/Υ.Θ.Δ.Δ./20.01.2016) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016, όπως ισχύουν.

6. Τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 4174/2013 και ειδικότερα, τις διατάξεις της παραγράφου 1 αυτού, με τις οποίες εξουσιοδοτείται ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων να μεταβιβάζει αρμοδιότητες και να αναθέτει καθήκοντα του σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της περ. β’ της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016, όπως ισχύουν.

7. Την αριθ. Δ6Α 1036682 ΕΞ 2014/25.2.2014 (Β’ 478 και 558) απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, με θέμα «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότηση υπογραφής «Με εντολή Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων» σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης», όπως ισχύει, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της περ. β’ της παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016, όπως ισχύουν.

8. Το γεγονός ότι με την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται δαπάνη στον κρατικό προϋπολογισμό,

αποφασίζουμε:

ΜΕΡΟΣ Α’
ΥΠΟΒΟΛΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΔΗΛΩΣΕΩΝ

Άρθρο 1
Υποβολή και εκκαθάριση δηλώσεων

1. Οι δηλώσεις υποβάλλονται στον αρμόδιο κατά την κείμενη νομοθεσία προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ.

2. Οι δηλώσεις που υποβάλλονται χειρόγραφα, υποβάλλονται σε δύο αντίτυπα.

3. Επί του σώματος των χειρόγραφα υποβαλλόμενων δηλώσεων αναγράφεται ρητά ότι «η δήλωση υποβάλλεται βάσει των διατάξεων των άρθρων 57 έως και 61 του ν. 4446/2016». Στις περιπτώσεις υποβολής δήλωσης φυσικών προσώπων και ατομικών επιχειρήσεων αναγράφεται επιπλέον από τον υπόχρεο και ότι «Δεν εμπίπτω στις εξαιρέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 60 του ν. 4446/2016». Η αναγραφή των ανωτέρω εξομοιώνεται με υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (Α’ 70). Αν δεν αναγραφούν οι ως άνω φράσεις, θεωρείται ότι η υποβληθείσα δήλωση δεν εμπίπτει στις διατάξεις των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016.

4. Εφόσον οι ανωτέρω δηλώσεις υποβάλλονται χειρόγραφα, καταχωρούνται σε ειδικό βιβλίο μεταγραφής δηλώσεων, το οποίο αφορά τη ρύθμιση των άρθρων 57 έως 61 του ν. 4446/2016, ανά φορολογία, ανά έτος, και στο οποίο θα αναγράφονται:
α) Ο αύξων αριθμός χειρόγραφης καταχώρησης, ο οποίος είναι και ο αριθμός της δήλωσης.
β) Η ημερομηνία υποβολής της δήλωσης.
γ) Το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία του φορολογουμένου.
δ) Το Α.Φ.Μ του φορολογουμένου.
ε) Το έτος που αφορά η υποβαλλόμενη δήλωση.
στ) Το ποσό του προκύπτοντος φόρου.
ζ) Ο τυχόν πρόσθετος φόρος.

5. Οι δηλώσεις που υποβάλλονται σύμφωνα με την παρούσα ρύθμιση, εκκαθαρίζονται με βάση τις ισχύουσες διατάξεις κατά το έτος που αφορούν. Η αρμόδια Δ.Ο.Υ. στην οποία υποβάλλεται η δήλωση θα προβαίνει στην εκκαθάριση της υπολογίζοντας τον πρόσθετο φόρο, κατά περίπτωση, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 57 και 58 του ν. 4446/2016.

Άρθρο 2
Δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος

1. Για τις δηλώσεις που αφορούν απόδοση φόρου εισοδήματος, και λοιπών φόρων, τελών, εισφορών, εκ των αναφερομένων στο Παράρτημα του ν. 4174/2013, εφαρμόζονται κατά περίπτωση οι διατάξεις των άρθρων 57 έως 61 του ν. 4446/2016.

2. Για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016, οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος υποβάλλονται χειρόγραφα.

3. Κατά την υποβολή της αρχικής ή τροποποιητικής χειρόγραφης δήλωσης φορολογίας εισοδήματος στη Δ.Ο.Υ. προσκομίζονται, κατά περίπτωση, δικαιολογητικά από τα οποία προκύπτουν τα ποσά τα οποία δηλώνονται.
Όταν δεν είναι διαθέσιμα τα δικαιολογητικά που προ-βλέπονται από τις εκάστοτε αποφάσεις για τον τύπο και περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος που εκδίδονται κατ’ έτος από τη Φορολογική Διοίκηση, τα εισοδήματα που δηλώνονται αποδεικνύονται με κάθε διαθέσιμο πρόσφορο μέσο.

4. Αν τα εισοδήματα που δηλώνονται προέρχονται από γνωστή πηγή, δηλώνονται στον οικείο κωδικό της δήλωσης. Σε περίπτωση προσαύξησης περιουσίας από άγνωστη και μη κατονομαζόμενη πηγή, δηλώνονται στον κωδικό 507, για τις χρήσεις μέχρι 31.12.2013, και στον κωδικό 403, για χρήσεις από 1.1.2014. Ως προς τα δικαιολογητικά στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην παρ. 12 της ΠΟΛ.1095/29.4.2011 εγκυκλίου.

Άρθρο 3
Δηλώσεις ΦΠΑ

1. Οι δηλώσεις υποβάλλονται χειρόγραφα.

2. Ειδικά για τις δηλώσεις του άρθρου 38 του Κώδικα Φ.Π.Α. θα γίνεται χρήση των ακόλουθων εντύπων, με τη διόρθωση των αντίστοιχων κωδικών όπου απαιτείται:
α) για φορολογικές περιόδους που έληξαν έως 31.12.2013 το έντυπο Φ2 050 ΕΚΔΟΣΗ 2011(2η), που ορίστηκε με την ΑΥΟ ΠΟΛ.1149/14.7.2011 (Β’ 1688), όπως ισχύει,
β) για φορολογικές περιόδους από 1.1.2014 και εφεξής το έντυπο Φ2 050 ΕΚΔΟΣΗ 2016, που ορίστηκε με την Α ΓΓΔΕ ΠΟΛ.1084/23.6.2016 (Β’ 1943) και
γ) για διαχειριστικές περιόδους με λήξη έως και 31.12.2013, το έντυπο Φ1009/12, που ορίστηκε με την ΑΥΟ ΠΟΛ.1045/23.2.2012 (Β’ 565), για την υποβολή των εκ-καθαριστικών δηλώσεων.

Άρθρο 4
Δηλώσεις τελών και ειδικών φορολογιών

Οι δηλώσεις για τέλη, εισφορές, ειδικούς και λοιπούς φόρους που περιλαμβάνονται στην περίπτωση ε’ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 4174/2013 και αναφέρονται στο Παράρτημα του ίδιου νόμου, όπως ισχύουν, υποβάλλονται χειρόγραφα.

Άρθρο 5
Δηλώσεις στοιχείων ακινήτων, Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, Ενιαίου Τέλους Ακινήτων, Φόρου Ακίνητης Περιουσίας, Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων και Ειδικού Φόρου Ακινήτων

1. Αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις Φ.Μ.Α.Π. φυσικών και νομικών προσώπων καθώς και δηλώσεις Ε.Τ.ΑΚ. και Φ.Α.Π. νομικών προσώπων υποβάλλονται χειρόγραφα.
Με την υποβολή των δηλώσεων συνυποβάλλονται και τα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων καθώς και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την απαλλαγή ακινήτων ή εμπραγμάτων δικαιωμάτων σε ακίνητα.

2. Αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις Ε.Φ.Α. υποβάλλονται χειρόγραφα.
Με την υποβολή της δήλωσης συνυποβάλλονται και τα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων καθώς και τα απαιτούμενα με βάση τις οικείες αποφάσεις δικαιολογητικά.

3. Αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις Ε9 ετών 2010 και επομένων υποβάλλονται αποκλειστικά με ηλεκτρονικό τρόπο, με εξαίρεση τις δηλώσεις των αποβιωσάντων και των νομικών προσώπων που έχουν διακόψει τις εργασίες τους για τα έτη πριν τη διακοπή των εργασιών τους.
Επί των σημειώσεων των φορολογουμένων θα αναγράφεται η φράση «ν. 4446/2016». Σε περιπτώσεις στις οποίες η δήλωση υποβάλλεται από φυσικά πρόσωπα αναγράφεται η φράση «δεν εμπίπτω στις εξαιρέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 60 του ν. 4446/2016». Η ως άνω σημείωση εξομοιώνεται με την υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (Α’ 70). Αν δεν αναγραφούν οι συγκεκριμένες φράσεις με το συγκεκριμένο λεκτικό, όπως ακριβώς ορίζονται στην παρούσα, θεωρείται ότι η δήλωση δεν εμπίπτει στις ευνοϊκές διατάξεις των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016.

4. Μετά την υποβολή δηλώσεων Ε9, δηλώσεις – πράξεις προσδιορισμού Ε.Τ.ΑΚ. και Φ.Α.Π. φυσικών προσώπων, καθώς και ΕΝΦΙΑ, φυσικών και νομικών προσώπων, συντίθενται και εκκαθαρίζονται ηλεκτρονικά, με βάση την ισχύουσα ηλεκτρονική εφαρμογή, και ο τυχόν επιπλέον προσδιορισθείς πρόσθετος φόρος διαγράφεται με απόφαση του αρμοδίου προϊσταμένου Δ.Ο.Υ., μετά από αίτηση του υπόχρεου.

Άρθρο 6
Δηλώσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, κερδών από τυχερά παίγνια και μεταβίβασης ακινήτων

1. Αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις με τη χρήση των ευνοϊκών διατάξεων των άρθρων 57 έως και 61 του ν. 4446/2016 υποβάλλονται χειρόγραφα.

2. Με την υποβολή των δηλώσεων συνυποβάλλονται και τα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων καθώς και τα απαιτούμενα κατά περίπτωση δικαιολογητικά.

ΜΕΡΟΣ Β’
ΥΠΟΒΟΛΗ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΛΕΓΧΟ

Άρθρο 7
Διαδικασία υπαγωγής στη ρύθμιση σε περιπτώσεις ελέγχου

1. Στις διατάξεις της ρύθμισης των άρθρων 57 έως 61 του ν. 4446/2016 μπορούν να υπαχθούν και φορολογούμενοι για τους οποίους έχει εκδοθεί ή θα εκδοθεί εντολή ελέγχου μέχρι την 31.05.2017, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων του άρθρου 60 του νόμου αυτού.

2. Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Ελεγκτικού Κέντρου ή του Ειδικού Συνεργείου Ελέγχου του άρθρου 39 του ν. 1914/1990, ή της Υ.Ε.Δ.Δ.Ε., υπάλληλος των οποίων διενεργεί ή θα διενεργήσει έλεγχο βάσει εντολής ελέγχου που έχει εκδοθεί ή θα εκδοθεί μέχρι την 31-05-2017 και εφόσον δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο η εντολή ελέγχου ή η πρόσκληση παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013, συντάσσει σύμφωνα με το συνημμένο υπόδειγμα, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της παρούσης και κοινοποιεί στον φορολογούμενο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 4174/2013, ειδική πρόσκληση προκειμένου, εφόσον το επιθυμεί, να ασκήσει το σχετικό δικαίωμα περί υποβολής δηλώσεων.
Στην ειδική πρόσκληση αναγράφονται ο αριθμός, η ημερομηνία της εντολής ελέγχου, η φορολογική περίοδος ή υπόθεση καθώς και το είδος φορολογίας που αφορά ο φορολογικός έλεγχος.
Μετά την κοινοποίηση της ειδικής πρόσκλησης, έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α’ της παραγράφου 3 του άρθρου 58 του ν. 4446/2016 για την προθεσμία υποβολής δηλώσεων και τον καθορισμό του οφειλόμενου πρόσθετου φόρου.

3. Για κάθε δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του ν. 4446/2016 συνυποβάλλεται υποχρεωτικά και υπεύθυνη δήλωση, συμπληρωμένη σύμφωνα με συνημμένο υπόδειγμα, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας, στην οποία εμπεριέχονται στοιχεία αναφορικά με την κοινοποίηση (και την ημερομηνία κοινοποίησης) ή μη εντολής ελέγχου ή πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013 ή ειδικής πρόσκλησης της παραγράφου 2 του άρθρου 7 της παρούσας, την φορολογική περίοδο ή υπόθεση και το είδος της φορολογίας που αφορά ο φορολογικός έλεγχος, την αρμόδια Ελεγκτική Υπηρεσία, όπως αυτά αναφέρονται στην εντολή ελέγχου, την πρόσκληση του άρθρου 14 ν. 4174/2013 ή την ειδική πρόσκληση, την κοινοποίηση (και την ημερομηνία κοινοποίησης) ή μη προσωρινού προσδιορισμού φόρου, τελών, εισφοράς ή προστίμου.
Κατόπιν υποβολής των δηλώσεων του ν. 4446/2016, οι φορολογούμενοι προσκομίζουν φωταντίγραφα των υποβληθεισών δηλώσεων και των σχετικών παραστατικών στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία, προκειμένου αυτές να συνεκτιμηθούν κατά τη διενέργεια του ελέγχου. Παράλληλα οι Δ.Ο.Υ., οι οποίες παραλαμβάνουν τις δηλώσεις, ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση τις ελεγκτικές υπηρεσίες, οι οποίες και μπορούν να αναζητούν τις δηλώσεις αυτές.

Άρθρο 8
Περιπτώσεις υπαγωγής

1. Οι φορολογούμενοι δύνανται να υποβάλουν τις δηλώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 57 εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του ν. 4446/2016, ήτοι έως την 23.1.2017, εφόσον έχει ήδη κοινοποιηθεί σε αυτούς προσωρινός διορθωτικός προσδιορισμός φόρου ή προστίμων, κατά την ημερομηνία κατάθεσης του ν. 4446/2016 στη Βουλή (12.12.2016) και δεν έχει κοινοποιηθεί οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή προστίμων ή οποιαδήποτε αντίστοιχη καταλογιστική πράξη, με βάση τις προϊσχύσασες του ν. 4174/2013 διατάξεις.
Οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή επιβολής προστίμων που αφορούν προσωρινούς διορθωτικούς προσδιορισμούς φόρου ή προστίμων, οι οποίοι είχαν ήδη κοινοποιηθεί κατά την ημερομηνία κατάθεσης του ν. 4446/2016 στη Βουλή, κοινοποιούνται μόνο μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών.
Σε περίπτωση που πριν την κοινοποίηση των ανωτέρω οριστικών πράξεων υποβάλλονται δηλώσεις σύμφωνα με το ν. 4446/2016, ισχύουν τα ακόλουθα:

α. Εφόσον η φορολογητέα ύλη που περιλαμβάνεται στις δηλώσεις αυτές, δεν διαφοροποιείται σε σχέση με τη φορολογητέα ύλη του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου και αφορά την ίδια φορολογική περίοδο και το ίδιο φορολογικό αντικείμενο που αναφέρεται στην εντολή ελέγχου, αυτή θα λαμβάνεται υπόψη κατά την σύνταξη της οικείας έκθεσης ελέγχου και την ολοκλήρωση της υπόθεσης, ως προς το συγκεκριμένο φορολογικό αντικείμενο και τη συγκεκριμένη φορολογική περίοδο.
Ομοίως, εφόσον η φορολογητέα ύλη που περιλαμβάνεται στις δηλώσεις αυτές, δεν διαφοροποιείται σε σχέση με τη φορολογητέα ύλη των εκδοθεισών πράξεων οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου, και υπό τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις, οι εκδοθείσες οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και επιβολής προστίμων θα τροποποιούνται αναλόγως, με αιτιολογημένη πράξη, η οποία συντάσσεται και υπογράφεται από το όργανο που τις εξέδωσε.

β. Εφόσον η φορολογητέα ύλη των δηλώσεων του ν. 4446/2016 υπολείπεται της φορολογητέας ύλης του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, αυτή θα λαμβάνεται υπόψη κατά την σύνταξη της οικείας έκθεσης ελέγχου, προκειμένου να εκδίδονται οι οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και επιβολής προστίμων.
Ομοίως, εάν η φορολογητέα ύλη των δηλώσεων του ν. 4446/2016 υπολείπεται της φορολογητέας ύλης των εκδοθεισών οριστικών πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού, θα γίνεται τροποποίηση των πράξεων αυτών με αιτιολογημένη πράξη, η οποία συντάσσεται και υπογράφεται από το όργανο που τις εξέδωσε, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του ν. 4174/2013.

γ. Εφόσον με την φορολογητέα ύλη που περιλαμβάνεται στις υποβαλλόμενες δηλώσεις του ν. 4446/2016, αποκαθίστανται πλήρως φορολογικές παραβάσεις σε όλες τις φορολογίες που επηρεάζονται από τις παραβάσεις αυτές, εφαρμόζονται αναλόγως τα αναφερόμενα στην περίπτωση α’ της παρούσας παραγράφου για τους προσωρινούς προσδιορισμούς φόρου και προστίμων καθώς και για τις οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και προστίμων.

δ. Εφόσον με τη φορολογητέα ύλη που περιλαμβάνεται στις υποβαλλόμενες δηλώσεις του ν. 4446/2016, αποκαθίστανται μερικώς φορολογικές παραβάσεις σε όλες τις φορολογίες που επηρεάζονται από τις παραβάσεις αυτές, εφαρμόζονται αναλόγως τα αναφερόμενα στην περίπτωση β’ της παρούσας παραγράφου για τους προσωρινούς προσδιορισμούς φόρου και προστίμων καθώς και για τις οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και προστίμων.

ε. Εκδοθείσες οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή επιβολής προστίμων, οι οποίες κοινοποιήθηκαν μετά την ημερομηνία κατάθεσης του ν. 4446/2016 (12-12-2016) και μέχρι τη λήξη της προθεσμίας του τρίτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 58 του ως άνω νόμου (23-1-2017), μετά την υποβολή δηλώσεων της παρούσας παραγράφου τροποποιούνται με αιτιολογημένη πράξη του οργάνου που τις εξέδωσε, εφαρμοζομένων των ανωτέρω, κατά περίπτωση. Πράξεις που κοινοποιήθηκαν μετά την 12-12-2016 κοινοποιούνται εκ νέου μετά την πάροδο της ανωτέρω τριακονθήμερης προθεσμίας, σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 58 του νόμου, είτε ως έχουν, είτε αφού τροποποιηθούν, κατά τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο. Οι σχετικές διαδικαστικές προθεσμίες εκκινούν μετά την ως άνω εκ νέου κοινοποίησή τους.

2. Ο φορολογούμενος δύναται να υποβάλει τις δηλώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 57, για φορολογικά αντικείμενα που αναφέρονται στην εντολή, εντός εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του ν. 4446/2016 εφόσον έχει ήδη κοινοποιηθεί σε αυτόν εντολή ελέγχου ή πρόσκληση παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013, κατά την κατάθεση του ν. 4446/2016 στη Βουλή (12-12-2016).
Προσωρινοί διορθωτικοί προσδιορισμοί φόρου ή προστίμων, κοινοποιούνται μόνο μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας των εξήντα (60) ημερών.
Ο φορολογούμενος δύναται να υποβάλει δηλώσεις για τα φορολογικά αντικείμενα που αναφέρονται στην εντολή και μετά την πάροδο των εξήντα (60) ημερών και μέχρι το πέρας της προθεσμίας της παραγράφου 1 του άρθρου 57, εφόσον δεν έχει εκδοθεί οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή προστίμου. Αναφορικά με την υποβολή δηλώσεων του ν. 4446/2016, εφόσον έχει ήδη κοινοποιηθεί, την 12-12-2016 εντολή ελέγχου ή πρόσκληση παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013, ισχύουν τα ακόλουθα:

α. Σε περίπτωση που οι δηλώσεις του ν. 4446/2016 υποβάλλονται πριν την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας των εξήντα (60) ημερών καθώς και στην περίπτωση που αυτές υποβάλλονται μετά την ανωτέρω προθεσμία και δεν έχει κοινοποιηθεί προσωρινός διορθωτικός προσδιορισμός φόρου ή προστίμου, τότε οι δηλώσεις αυτές λαμβάνονται υπόψη κατά τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου.

β. Σε περίπτωση που οι δηλώσεις του ν. 4446/2016 υποβάλλονται μετά την ανωτέρω προθεσμία των εξήντα (60) ημερών και έχει ήδη κοινοποιηθεί προσωρινός διορθωτικός προσδιορισμός φόρου ή προστίμου, τότε έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο των περιπτώσεων α’ και β’ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Εφόσον με τη φορολογητέα ύλη που περιλαμβάνεται στις υποβαλλόμενες δηλώσεις του ν. 4446/2016 αποκαθίστανται πλήρως ή μερικώς φορολογικές παραβάσεις σε όλες τις φορολογίες που επηρεάζονται από τις παραβάσεις αυτές, έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο των περιπτώσεων α’ και β’ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, αντιστοίχως.

3. Ο φορολογούμενος δύναται να υποβάλει τις δηλώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 57, για φορολογικά αντικείμενα που αναφέρονται στην εντολή, εντός ενενήντα (90) ημερών από την κοινοποίηση της εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013, ή της ειδικής πρόσκλησης της παρ. 2 του άρθρου 7 της παρούσας, εφόσον η εντολή ελέγχου ή η πρόσκληση παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013, κοινοποιείται σε αυτόν μετά την κατάθεση του ν. 4446/2016 στη Βουλή (12-12-2016).
Προσωρινοί διορθωτικοί προσδιορισμοί φόρου ή προστίμων, κοινοποιούνται μόνο μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας των ενενήντα (90) ημερών.
Ο φορολογούμενος δύναται να υποβάλει δηλώσεις για τα φορολογικά αντικείμενα που αναφέρονται στην εντολή και μετά την πάροδο των ενενήντα (90) ημερών και μέχρι το πέρας της προθεσμίας της παραγράφου 1 του άρθρου 57, εφόσον δεν έχει εκδοθεί οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή προστίμου.
Αναφορικά με την υποβολή δηλώσεων του ν. 4446/2016, εφόσον η εντολή ελέγχου ή η πρόσκληση παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013 ή η ειδική πρόσκληση της παρ. 2 του άρθρου 7 της παρούσας κοινοποιείται μετά την 12-12-2016, ισχύουν τα ακόλουθα:

α. Σε περίπτωση που οι δηλώσεις του ν. 4446/2016 υποβάλλονται πριν την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας των ενενήντα (90) ημερών καθώς και στην περίπτωση που αυτές υποβάλλονται μετά την ανωτέρω προθεσμία και δεν έχει κοινοποιηθεί προσωρινός διορθωτικός προσδιορισμός φόρου ή προστίμου, τότε οι δηλώσεις αυτές λαμβάνονται υπόψη κατά τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου.

β. Σε περίπτωση που οι δηλώσεις του ν. 4446/2016 υποβάλλονται μετά την ανωτέρω προθεσμία των ενενήντα (90) ημερών και έχει ήδη κοινοποιηθεί προσωρινός διορθωτικός προσδιορισμός φόρου ή προστίμου, τότε έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο των περιπτώσεων α’ και β’ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Εφόσον με την φορολογητέα ύλη που περιλαμβάνεται στις υποβαλλόμενες δηλώσεις του ν. 4446/2016, αποκαθίστανται πλήρως ή μερικώς φορολογικές παραβάσεις σε όλες τις φορολογίες που επηρεάζονται από τις παραβάσεις αυτές, έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο των περιπτώσεων α’ και β’ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, αντιστοίχως.

4. Οι υποβαλλόμενες σύμφωνα με τον ν. 4446/2016 δηλώσεις, επαληθεύονται και αξιολογούνται πριν η Φορολογική Διοίκηση προβεί στην έκδοση ή την τροποποίηση της εκδοθείσας οριστικής πράξης, εφόσον επηρεάζουν το αποτέλεσμα του φορολογικού ελέγχου.

Η Απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στη Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη

ΣτΕ 1898/2016 Αποσαφήνιση του τρόπου παραδεκτής προσκόμισης στοιχείων για την απόδειξη του εννόμου συμφέροντος

Περίληψη

Κατά την έννοια των άρθρων 33, 25 και 40 του π.δ. 18/1989, σε συνδυασμό με το άρθρο 237 ΚΠολΔ, ο ασκών αίτηση ακυρώσεως οφείλει, επί ποινή απαραδέκτου της αίτησής του, να επικαλεσθεί και να προσκομίσει με δικόγραφο, συγκεκριμένα δε, με το εισαγωγικό δικόγραφο, με δικόγραφο προσθέτων λόγων ή με υπόμνημα που κατατίθεται έξι πλήρεις ημέρες πριν από τη συζήτηση (ώστε, με βάση την αρχή της αντιμωλίας, να χορηγείται και στον αντίδικο επαρκής δυνατότητα ελέγχου και αντίκρουσης), τα στοιχεία που αποδεικνύουν την ιδιότητα (λ.χ. του κυρίου ακινήτου) στην οποία στηρίζει το έννομο συμφέρον του, εφόσον βέβαια η ιδιότητα αυτή δεν προκύπτει από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης. Εξάλλου, ο διάδικος πρέπει να επικαλείται τα ως άνω αποδεικτικά στοιχεία κατά τρόπο ειδικό και ορισμένο, η δε επίκληση και προσκόμιση τέτοιων αποδεικτικών στοιχείων με υπόμνημα είναι απαράδεκτη, αν το υπόμνημα υπογράφεται όχι από δικηγόρο αλλά από τον διάδικο ή αν δεν κατατεθεί σχετικό γραμμάτιο καταβολής εισφορών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 61 του ν. 4194/2013.
Εν προκειμένω, ενόψει του ότι ο αντίστοιχος περιορισμός του δικαιώματος των αιτούντων για παροχή ένδικης προστασίας δεν προέκυπτε με σαφήνεια από τις παραπάνω διατάξεις του π.δ. 18/1989, όπως έχουν εφαρμοσθεί από το Δικαστήριο, η κρινόμενη αίτηση δεν απορρίπτεται ως απαράδεκτη, λόγω παράλειψής τους για τεκμηρίωση του εννόμου συμφέροντός τους, αλλά λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο τα στοιχεία που προσκομίσθηκαν κατά παράβαση των ανωτέρω κανόνων (με απλή αίτηση ή με υπόμνημα που υποβλήθηκε την προτεραία της συζήτησης ή με υπόμνημα που υπογράφεται από διάδικο και για τον οποίο δεν κατατέθηκε γραμμάτιο καταβολής εισφορών).

ΣτΕ 1898/2016

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β’

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 22 Ιουνίου 2016, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β’ Τμήματος, Α.-Γ. Βώρος, Ε. Νίκα, Σ. Βιτάλη, Κ. Νικολάου, Σύμβουλοι, Μ. Σταματοπούλου, I. Δημητρακόπουλος, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα. Για να δικάσει την από 14 Οκτωβρίου 2015 αίτηση: των : 1) …………… του ………….., κατοίκου Αθηνών (οδός ……………. αρ. ..) και 2) ………………… του ……………., συζ. ……………, κατοίκου Αθηνών (…………….. αρ. …), οι οποίες παρέστησαν με τον δικηγόρο Απόστολο Παπακωνσταντίνου (A.M. 25904), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο, κατά του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Πολύχρονη Καραστεργίου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Με την αίτηση αυτή οι αιτούσες επιδιώκουν να ακυρωθούν : 1) η υπ’ αριθμ. ΠΟΛ.1163/23.7.2015, 2) η υπ’ αριθμ. ΠΟΛ.1212/24.9.2015, 3) η υπ’ αριθμ. ΠΟΛ.1216/1.10.2015, 4) η υπ’ αριθμ. ΠΟΛ.1114/5.6.2015 αποφάσεις της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και 5) κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου I. Δημητρακόπουλου.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτουσών, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά τον Νόμο

1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την οποία έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο, ζητείται η ακύρωση των ακόλουθων αποφάσεων της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών: (α) ΠΟΛ.1163/23.7.2015, με θέμα «Διαδικασία διορθώσεων και χορήγηση απαλλαγών από τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων, καθορισμός του αρμόδιου οργάνου» (Β’ 1711), (β) ΠΟΛ.1212/24.9.2015, με θέμα «Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.): Διαδικασία χορήγησης εκπτώσεων, μειώσεων και αναστολής πληρωμής» (Β’ 2120), (γ) ΠΟΛ.1216/1.10.2015, με θέμα «Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης – πράξης διοικητικού προσδιορισμού Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) έτους 2015 και επομένων» (Β’ 2143) και (δ) ΠΟΛ.1114/5.6.2015, με θέμα «Τροποποίηση της απόφασης ΠΟΛ.1004/2.1.2015 περί του πιστοποιητικού του άρθρου 54Α του Ν. 4174/2013» (Β’ 1093). Η υπόθεση έχει εισαχθεί στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος, λόγω σπουδαιότητας (από 21.4.2016 πράξη της Προέδρου του Β’ Τμήματος), μετά τη διαγραφή της από το πινάκιο της Ολομέλειας.

2. Επειδή, ο νόμος 4223/2013 “Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων και άλλες διατάξεις” (Α’ 287), ορίζει ότι από το έτος 2014 και για κάθε επόμενο έτος επιβάλλεται Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.), στα εμπράγματα δικαιώματα (πλήρους ή ψιλής) κυριότητας, επικαρπίας κ.λπ. ακινήτων που βρίσκονται στην Ελλάδα και ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή κάθε είδους νομικές οντότητες την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους (άρθρο 1 παρ. 1 και 2), ότι τα δικαιώματα επί των οποίων επιβάλλεται ο ΕΝ.Φ.Ι.Α. ετησίως είναι αυτά που υπάρχουν την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας, ανεξάρτητα από μεταβολές που τυχόν επέρχονται κατά τη διάρκεια του έτους αυτού και ανεξάρτητα από τη μεταγραφή του τίτλου κτήσης (άρθρο 1 παρ. 4), ότι ορισμένες περιπτώσεις δικαιωμάτων επί ακινήτων απαλλάσσονται του ΕΝ.Φ.Ι.Α. (άρθρο 3), ότι ο κύριος φόρος που αναλογεί στα δικαιώματα επί κτισμάτων υπολογίζεται, μεταξύ άλλων, με βάση τη γεωγραφική θέση του κτίσματος, που προσδιορίζει την τιμή ζώνης στην οποία υπάγεται αυτό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 του ν. 1249/1982 (Α’ 43) και των αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του και ότι ανάλογα με την τιμή ζώνης που ισχύει την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας, γίνεται κατάταξη του κτίσματος σε αντίστοιχη φορολογική ζώνη (άρθρο 4, περ. Α παρ. 1), ότι για τον υπολογισμό του κύριου φόρου που αναλογεί στα δικαιώματα επί των γηπέδων εντός σχεδίου πόλης ή οικισμού (οικόπεδα), το οικόπεδο εντάσσεται σε φορολογική ζώνη και προσδιορίζεται συντελεστής φόρου με βάση τη μοναδιαία αξία του οικοπέδου, για τον προσδιορισμό της οποίας λαμβάνεται υπόψη η φορολογητέα αξία Του και ότι για τον υπολογισμό της αξίας αυτής ο συντελεστής οικοπέδου, η τιμή εκκίνησης του οικοπέδου, καθώς και ο συντελεστής αξιοποίησης οικοπέδου λαμβάνονται όπως ορίζονται κάθε φορά στις αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 41 του ν. 1249/1982 (άρθρο 4 περ. Β παρ. 1).
Περαιτέρω, ο ίδιος νόμος, όπως ισχύει, (i) προβλέπει ότι ο ΕΝ.Φ.Ι.Α. επιβάλλεται με πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου που εκδίδεται από τη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α’ 170), ότι για τον προσδιορισμό του ΕΝ.Φ.Ι.Α. του έτους 2014 λαμβάνονται υπόψη οι δηλώσεις στοιχείων ακινήτων που προβλέπονται στο άρθρο 23 του ν. 3427/2005 (Α 312), ότι για τον προσδιορισμό του ΕΝ.Φ.Ι.Α. κάθε επόμενου του 2014 έτους λαμβάνεται υπόψη η δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. με τα στοιχεία των ακινήτων του προηγούμενου έτους με τις μεταβολές που επήλθαν και ότι με απόφαση του Γενικού Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται η μηχανογραφική σύνθεση των δηλώσεων ΕΝ.Φ.Ι.Α., η διαδικασία και ο τρόπος αποκατάστασης λαθών και ελλείψεων σε στοιχεία ακινήτων των σχετικών δηλώσεων και σε δηλώσεις στοιχείων ακινήτων, τα έντυπα με τα οποία πραγματοποιούνται διορθώσεις, τα οποία επέχουν θέση τροποποιητικής δήλωσης, τα υποδείγματα χορήγησης απαλλαγών και ο τρόπος υποβολής τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία διαδικασία και λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων περί προσδιορισμού του φόρου (άρθρο 6), (ii) προβλέπει τη δυνατότητα χορήγησης έκπτωσης και αναστολής πληρωμής του ΕΝ.Φ.Ι.Α. και εξουσιοδοτεί το Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων να ορίσει τις σχετικές διαδικασίες και λεπτομέρειες (άρθρο 7), (iii) προβλέπει ότι με απόφαση του ίδιου οργάνου ορίζονται ο τύπος και το περιεχόμενο του εκκαθαριστικού ΕΝ.Φ.Ι.Α., η διαδικασία και τα δικαιολογητικά χορήγησης των απαλλαγών, η διαδικασία σύνθεσης και διόρθωσης της δήλωσης ΕΝ.Φ.Ι.Α. καθώς και κάθε άλλη αναγκαία σχετική λεπτομέρεια (άρθρο 9 παρ. 1, με την οποία προστέθηκε περίπτωση ε’ στο άρθρο 18 παρ. 2 του ν. 4174/2013) και (iv) προβλέπει την έκδοση από τη φορολογική Διοίκηση πιστοποιητικού ΕΝ.Φ.Ι.Α., που πρέπει να επισυνάπτεται σε συμβόλαιο υποσχετικής ή εκποιητικής δικαιοπραξίας για το ακίνητο, επί ποινή ακυρότητας αυτής, και αναθέτει στο Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων να καθορίσει τον τύπο και το περιεχόμενο του πιστοποιητικού ΕΝ.Φ.Ι.Α., τη διαδικασία χορήγησής του και κάθε άλλη αναγκαία σχετική λεπτομέρεια (παράγραφος 2 του άρθρου 9 του ν. 4223/2013, με την οποία προστέθηκε νέο άρθρο 54Α στον ν. 4174/2013). Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση διατάξεων του ν. 4223/2013, ειδικότερα, δε, του άρθρου 6 παρ. 3 περίπτωση β’ (όπως η περίπτωση αυτή προστέθηκε με το άρθρο 52 παρ. 13 του ν. 4276/2014), του άρθρου 7 παρ. 4, του άρθρου 3 παρ. 5, καθώς και του άρθρου 9 παρ. 1 και 2.

3. Επειδή, στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 41 του ν. 1249/1982 (Α’ 43), όπως η παράγραφος 1 τροποποιήθηκε με τα άρθρα 14 παρ. 1 του ν. 1473/1984 (Α’ 127) και 14 παρ. 18 του ν. 1882/1990 (Α’ 43 και διορθ. σφαλμ. Α’ 51) και η παράγραφος 2 με τα άρθρα 24 παρ. 8 του ν. 1828/1989 (Α’ 2) και 14 παρ. 11 του ν. 1882/1990, ορίζονται τα ακόλουθα:
«1. Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων που μεταβιβάζονται με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς ή προίκας, λαβαίνονται υπόψη οι τιμές εκκίνησης, που είναι καθορισμένες από πριν κατά ζώνες ή οικοδομικά τετράγωνα και κατ’ είδος ακινήτου, όπως αστικό ακίνητο, μονοκατοικία, διαμέρισμα, κατάστημα, αγρόκτημα και άλλα. Οι τιμές εκκίνησης αυξάνονται ή μειώνονται ποσοστιαία ανάλογα με τους παράγοντες που επηρεάζουν αυξητικά ή μειωτικά την αξία των ακινήτων, όπως για τα διαμερίσματα η παλαιότητα, η θέση στο οικοδομικό τετράγωνο ή στον όροφο της πολυκατοικίας, για τα καταστήματα η εμπορικότητα δρόμου, το πατάρι, το υπόγειο, για τα αγροκτήματα η καλλιεργητική αξία, η τουριστική ή παραθεριστική σημασία και άλλα. Οι τιμές εκκίνησης και οι συντελεστές αυξομείωσής τους θα καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, μετά από εισήγηση Επιτροπών που θα αποτελούνται από οικονομικούς υπαλλήλους, μηχανικούς του Υπουργείου Δημοσίων Έργων, εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εκπροσώπους του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας και άλλα πρόσωπα που διαθέτουν ειδικές γνώσεις ή ιδιάζουσα εμπειρία και θα συγκροτούνται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Οικονομικών. Οι κατά το προηγούμενο εδάφιο τιμές αναπροσαρμόζονται το βραδύτερο, ανά διετία, με τις κατά την παράγραφο 2 του παρόντος αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών.
2. Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζονται: α) η καταχώρηση των τιμών εκκίνησης και των συντελεστών αυξομείωσής τους σε πίνακες και η συσχέτισή τους με διαγράμματα που καταρτίζονται με βάση χάρτες, β) κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετική με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος άρθρου σε ολόκληρη τη χώρα ή ορισμένες περιοχές αυτής, ή πόλεις και για όλα τα ακίνητα ή για ορισμένη κατηγορία τούτων. […]», Κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 41 παρ. 2 του ν. 1249/1982 εκδόθηκε σειρά προεδρικών διαταγμάτων και, ακολούθως, μετά την τροποποίηση της διάταξης αυτής με το άρθρο 24 παρ. 8 του ν. 1828/1989, υπουργικών αποφάσεων, βάσει των οποίων ορίστηκε η έναρξη ισχύος του αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων σε διάφορες περιοχές της χώρας και καθορίστηκαν οι τιμές εκκίνησης κατά ζώνες, καθώς και οι συντελεστές αυξομείωσης των τιμών. Από το έτος 1993 και εφεξής εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογή του άρθρου 41 παρ. 1 εδάφιο τελευταίο του ν. 1249/1982, όπως το εδάφιο τούτο προστέθηκε με το άρθρο 14 παρ. 18 του ν. 1882/1990, υπουργικές αποφάσεις αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών στις περιοχές όπου ίσχυε το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού. Μετά την αναπροσαρμογή του έτους 2005 που έγινε με την 1122435/3634/00ΤΥ/Δ/2005 απόφαση των Υφυπουργών Οικονομίας και Οικονομικών (Β’ 1982), οι αντικειμενικές αξίες αναπροσαρμόστηκαν (για τελευταία φορά, έως την έκδοση της υπ’ αριθ. ΠΟΛ.1009/18.1.2016 απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, Β’ 48) με την 1020564/487/ΟΟΤΥ/Δ/2007 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών «Αναπροσαρμογή τιμών του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των με οποιαδήποτε αιτία μεταβιβαζομένων ακινήτων που βρίσκονται σε περιοχές εντός σχεδίου όλων των περιφερειών της χώρας» (Β’ 269), με ισχύ από 1.3.2007, εκτός από τις τιμές εκκίνησης για τις ζώνες της δημοτικής κοινότητας Ψυχικού του Δήμου Φιλοθέης-Ψυχικού, οι οποίες, κατόπιν και σχετικών ακυρωτικών αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθορίστηκαν με μεταγενέστερες υπουργικές αποφάσεις, μεταξύ των οποίων και (τελευταία όσον αφορά το χρόνο έκδοσής της) η ΠΟΛ.1093/29.4.2013 (Β’ 1068), περί ανακαθορισμού της τιμής της Β ζώνης της εν λόγω δημοτικής κοινότητας. Εξάλλου, με την 1175023/3752/00ΤΥ/Δ/ΠΟΛ.1200/28.12.2010 (Β’ 2038) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών εντάχθηκαν το πρώτον στο αντικειμενικό σύστημα ορισμένες περιοχές, εντός 4.489 οικισμών της χώρας, και καθορίστηκαν οι τιμές εκκίνησης και οι συντελεστές αυξομείωσης με ισχύ από 1.1.2011. Τέλος, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, για τον υπολογισμό του ΕΝ.Φ.Ι.Α., το άρθρο 4 του ν. 4223/2013 παραπέμπει στις τιμές ζώνης/εκκίνησης ακινήτων και στους συντελεστές οικοπέδου και αξιοποίησης οικοπέδου που έχουν οριστεί με τις εκδιδόμενες βάσει του άρθρου 41 του ν. 1249/1982 υπουργικές αποφάσεις και ισχύουν την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας.

4. Επειδή, με την ΣτΕ 4003/2014 (εν μέρει οριστική και εν μέρει προδικαστική) απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι η Διοίκηση είχε παραλείψει παρανόμως να προβεί στην επιβαλλόμενη από το άρθρο 41 παρ. 1 του ν. 1249/1982 έκδοση πράξης αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της χώρας. Περαιτέρω, το Δικαστήριο, έκρινε, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 50 παρ. 3α και 3β του π.δ. 18/1989, ότι έπρεπε, αντί να ακυρώσει την εν λόγω παράλειψη της Διοίκησης αναδρομικά από τη συντέλεσή της, να αναβάλει την έκδοση οριστικής απόφασης και να χορηγήσει στη Διοίκηση προθεσμία έξι μηνών, προκειμένου να της δοθεί η δυνατότητα να προβεί στην άνω οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια. Ακολούθως και δεδομένου ότι δεν εκδόθηκε από τη Διοίκηση, εντός της ταχθείσας (και λήξασας την 21.5.2015) προθεσμίας, απόφαση περί αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών, η Ολομέλεια, με την 4446/2015 απόφασή της, ακύρωσε την ως άνω παράλειψη της Διοίκησης και, κατ’ ; εφαρμογή του άρθρου 50 παρ. 3β του π.δ. 18/1989, εκτιμώντας τις συνθήκες της υπόθεσης και σταθμίζοντας τα συμφέροντα των διαδίκων, ιδίως δε την ύπαρξη έντονου δημόσιου συμφέροντος, συνισταμένου στην, κατά το δυνατόν, αποφυγή αιφνίδιας διακύμανσης των φορολογικών εσόδων του Κράτους υπό τις παρούσες δυσμενείς δημοσιονομικές συνθήκες, όρισε την 21.5.2015 ως χρονικό σημείο έναρξης του ακυρωτικού αποτελέσματος και της ουσιαστικής ισχύος της πράξης που έπρεπε να εκδώσει η Διοίκηση. Ακολούθησε η έκδοση της υπ’ αριθ. ΠΟΛ.1009/18.1.2016 απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, περί αναπροσαρμογής, από 21.5.2015, των τιμών ζώνης και-των συντελεστών των ακινήτων που είχαν καθοριστεί με τις προαναφερόμενες υπ’ αριθμ. 1020564/487/ΟΟΤΥ/Δ/2007, 1175023/3752/00ΤΥ/Δ/ΠΟΛ.1200/28.12.2010 και ΠΟΛ.1093/29.4.2013 υπουργικές αποφάσεις.

5. Επειδή, στο άρθρο 47 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 (Α’ 8) ορίζεται:
«1. Αίτηση ακυρώσεως δικαιούται να ασκήσει ο ιδιώτης ή το νομικό πρόσωπο, τους οποίους αφορά η διοικητική πράξη ή των οποίων έννομα συμφέροντα, έστω και μη χρηματικά, προσβάλλονται από αυτήν». Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως απαιτείται προσωπικό, άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον του αιτούντος και δεν αρκεί το γενικό ενδιαφέρον του κάθε πολίτη για την τήρηση των νόμων και τη σύννομη άσκηση της διοικητικής λειτουργίας. Η ύπαρξη του εννόμου συμφέροντος κρίνεται, όταν η διοικητική πράξη δεν απευθύνεται ευθέως προς τον αιτούντα δημιουργώντας γ’ αυτόν συγκεκριμένες έννομες συνέπειες, από το σύνδεσμο που υπάρχει μεταξύ των εννόμων αποτελεσμάτων των επερχομένων από την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη και του περιεχομένου μιας συγκεκριμένης νομικής κατάστασης ή ιδιότητας, στην οποία βρίσκεται ή την οποία ο αιτών έχει και επικαλείται (ΣτΕ Ολομ. 2855-56/1985, Ολομ. ΣτΕ 3317/2014, ΣτΕ 4041/2013, ΣτΕ 1039/2014, ΣτΕ 2077/2014 κ.ά.), με σκοπό την προστασία των σχετικών ελευθεριών ή δικαιωμάτων του, μέσω της έκδοσης ακυρωτικής απόφασης (πρβλ. ΣτΕ 1256/2006 επταμ.).

6. Επειδή, το π.δ. 18/1989 ορίζει, επιπλέον, στο εδάφιο β’ του άρθρου 33, ότι «Η συζήτηση γίνεται αποκλειστικά βάσει των δικογράφων και των εγγράφων που έχουν προσαχθεί προαποδεικτικώς.», στο εδάφιο α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 25, ότι «Υπομνήματα των διαδίκων κατατίθενται στη Γραμματεία έξι πλήρεις ημέρες πριν από τη συζήτηση.» και, στο άρθρο 40, ότι «Κατά τα λοιπά […] εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας […]», σύμφωνα με το άρθρο 237 παρ. 1 εδαφ. β’ του οποίου «Μαζί με τις προτάσεις, οι διάδικοι πρέπει να καταθέσουν και […] όλα τα αποδεικτικά […] έγγραφα που επικαλούνται με τις προτάσεις τους.» Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ο ασκών αίτηση ακυρώσεως οφείλει, επί ποινή απαραδέκτου της αίτησής του, να επικαλεσθεί και να προσκομίσει με δικόγραφο, συγκεκριμένα δε, με το εισαγωγικό δικόγραφο, με δικόγραφο πρόσθετων λόγων ή με υπόμνημα που κατατίθεται έξι πλήρεις ημέρες πριν από τη συζήτηση (ώστε, με βάση την αρχή της αντιμωλίας, να χορηγείται και στον αντίδικο επαρκής δυνατότητα ελέγχου και αντίκρουσης), τα στοιχεία που αποδεικνύουν την ιδιότητα (λ.χ. του κυρίου ακινήτου) στην οποία στηρίζει το έννομο συμφέρον του (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. ΣτΕ 4312/2015, ΣτΕ 4731/2012, ΣτΕ 1393/2003, ΣτΕ 3802/2000 επταμ., Ολομ. ΣτΕ 3452/1998, καθώς και ΑΠ 1404/1996, ΑΠ 1229/2002 κ.ά.), εφόσον βέβαια η ιδιότητα αυτή δεν προκύπτει από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης. Συναφώς, δεν συνάγεται κάτι διαφορετικό από το άρθρο 20 του εσωτερικού Κανονισμού του Συμβουλίου της Επικρατείας (απόφαση 19/2013 της Ολομέλειας σε συμβούλιο, Β’ 2462/2013), περί της πρωτοκόλλησης των δικογράφων και άλλων εγγράφων, όπως αιτήσεων, που κατατίθενται στο Δικαστήριο, αφενός διότι πρόκειται για διάταξη αφορώσα σε ενέργεια του Δικαστηρίου (πρωτοκόλληση εγγράφων που του υποβάλλονται) και όχι στις δικονομικές υποχρεώσεις των διαδίκων και, αφετέρου, διότι η κατά τα ανωτέρω τεκμηρίωση από τον αιτούντα της ιδιότητας στην οποία θεμελιώνει το έννομο συμφέρον του, ως προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης ακύρωσης που έχει ασκήσει, διέπεται από τη δικονομία περί του Συμβουλίου της Επικρατείας (π.δ. 18/1989) και δεν αποτελεί αντικείμενο ρύθμισης του εν λόγω Κανονισμού, σύμφωνα με τις σχετικές εξουσιοδοτικές διατάξεις των άρθρων 71 (παρ. 1) του π.δ. 18/1989 και 82 (παρ. Α περ. 9) του ν. 1756/1988. Εξάλλου, ο διάδικος πρέπει να επικαλείται τα ως άνω αποδεικτικά στοιχεία κατά τρόπο ειδικό και ορισμένο (πρβλ. ΑΠ Ολομ. ΑΠ 9/2000, ΑΠ 1808/2005, ΑΠ 658/2011 κ.ά.), η δε επίκληση και προσκόμιση τέτοιων αποδεικτικών στοιχείων με υπόμνημα είναι απαράδεκτη, αν το υπόμνημα υπογράφεται όχι από δικηγόρο αλλά από τον διάδικο (βλ. λ.χ. ΣτΕ 1222/2016, ΣτΕ 3063/2013) ή αν δεν κατατεθεί σχετικό γραμμάτιο καταβολής εισφορών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 61 (παρ. 1, 2 και 4) του ν. 4194/2013 (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. ΣτΕ 1858/2015).

7. Επειδή, εν προκειμένω, καθεμία από τις δύο αιτούσες ασκεί την υπό κρίση αίτηση κατ’ επίκληση της ιδιότητάς της ως κυρίας ακινήτων σε διάφορες περιοχές της χώρας (συμπεριλαμβανομένης της Αττικής), στις οποίες ισχύει το κατ’ άρθρ. 41 του ν. 1249/1982 σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, και, περαιτέρω, ως βαρυνόμενης με ΕΝ.Φ.Ι.Α. για το έτος 2015. Προκειμένου να αποδείξουν το έννομο συμφέρον τους, οι αιτούσες προσκόμισαν στο Δικαστήριο ορισμένα στοιχεία, με απλή αίτηση που υπέβαλε η δεύτερη εξ αυτών στη Γραμματεία, την 21.6.2016. Σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, τα εν λόγω στοιχεία προσκομίσθηκαν απαραδέκτως, δίχως σχετικό υπόμνημα και, δη, υποβληθέν έξι πλήρεις ημέρες πριν από τη συζήτηση, αλλά με απλή αίτηση. Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση θα έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη, για τον παραπάνω λόγο. Ωστόσο, ενόψει του ότι ο αντίστοιχος περιορισμός του δικαιώματος των αιτουσών για παροχή ένδικης προστασίας, ο οποίος ανάγεται στην τεκμηρίωση του εννόμου συμφέροντος τους, δεν προέκυπτε με σαφήνεια από τις παραπάνω διατάξεις του π.δ. 18/1989, όπως έχουν εφαρμοσθεί από το Δικαστήριο, το οποίο, αφενός, έχει ανεχθεί στην πράξη την κατάθεση τέτοιων στοιχείων από το διάδικο, χωρίς δικόγραφο (αλλά με απλή αίτηση ή εγχείρισή τους στον εισηγητή δικαστή, πριν από την ημέρα της συζήτησης) και, αφετέρου, έχει δεχθεί ότι μπορούν να υποβληθούν τέτοια στοιχεία το αργότερο μέχρι την προτεραία της συζήτησης (βλ. ΣτΕ 3335/2015, ΣτΕ 3051/2015, ΣτΕ 3833/2014 επταμ., ΣτΕ 1878/2014, ΣτΕ 1039/2014, ΣτΕ 4961/2012), η μη λήψη υπόψη των ανωτέρω στοιχείων (και, περαιτέρω, η απόρριψη, για το λόγο αυτό, της παρούσας αίτησης ως απαράδεκτης) δεν θα ήταν συμβατή με τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος (πρβλ. ΣτΕ 3705/2015, ΣτΕ 2131/2015, Ολομ. ΣτΕ 1619/2012, ΣτΕ 2436/2012 επταμ., ΕΑ 737/2012 πενταμ.). Εξάλλου, τα στοιχεία που προσκομίσθηκαν σε σχέση με τη δεύτερη αιτούσα (εκτύπωση της ηλεκτρονικής δήλωσης και της από 20.10.2015 πράξης διοικητικού προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α., έτους 2015) είναι πρόσφορα και επαρκή για την τεκμηρίωση της ως άνω ιδιότητάς της, την οποία επικαλείται προς στήριξη του εννόμου συμφέροντος της. Αντίθετα, το στοιχείο που προσκομίσθηκε σε σχέση με την πρώτη αιτούσα (εκτύπωση/ αντίγραφο της από 5.8.2015 πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου εισοδήματος για το φορολογικό έτος 2014) είναι όλως απρόσφορο και ανεπαρκές για την απόδειξη της ως άνω προβαλλόμενης ιδιότητάς της, στην οποία επιχειρεί να θεμελιώσει το έννομο συμφέρον της. Κατά συνέπεια, η αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, κατά το μέρος που ασκείται από την πρώτη αιτούσα (πρβλ. ΣτΕ 2017/2012 επταμ., ΣτΕ 3833/2014 επταμ. κ.ά.), προεχόντως για τον τελευταίο αυτό λόγο.

8. Επειδή, η δεύτερη αιτούσα ισχυρίζεται ότι, υπό την προαναφερόμενη ιδιότητά της, έχει έννομο συμφέρον για την ακύρωση των προσβαλλόμενων κανονιστικών πράξεων της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων, διότι αυτές εξειδικεύουν τους ορισμούς του ν. 4223/2013 και ρυθμίζουν ειδικότερα ζητήματα επιβολής του ΕΝ.Φ.Ι.Α. του 2015, ο οποίος, παρανόμως, υπολογίζεται βάσει των αντικειμενικών αξιών που καθορίστηκαν με την πλέον ανεπίκαιρη 1020564/487/ΟΟΤΥ/Δ/2007 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με αποτέλεσμα να της επιβάλλεται φόρος πολύ μεγαλύτερος από εκείνον που αναλογεί στην πραγματική αξία των ακινήτων της κατά το 2015. Ωστόσο, η δεύτερη αιτούσα δεν επικαλείται αυτοτελή βλάβη από ορισμένη ρύθμιση των προσβαλλόμενων κανονιστικών αποφάσεων (ή των εξουσιοδοτικών διατάξεων στις οποίες αυτές ερείδονται), αλλά η ως άνω προβαλλόμενη βλάβη της προέρχεται κατ’ ουσίαν από την εφαρμογή της προαναφερόμενης υπουργικής απόφασης του 2007, συνεπεία της παράλειψης της Διοίκησης να προβεί στην προβλεπόμενη από το άρθρο 41 παρ. 1 του ν. 1249/1982 έκδοση πράξης αναπροσαρμογής/επικαιροποίησης των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της χώρας. Η εν λόγω παράλειψη ακυρώθηκε με την απόφαση ΣτΕ 4446/2015 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, όχι όμως αναδρομικά από το χρόνο της συντέλεσής της, που είναι οπωσδήποτε προγενέστερος της 1.1.2015, αλλά, για λόγους επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος (αναγόμενους στην αποτροπή του κινδύνου αιφνίδιας διακύμανσης των φορολογικών εσόδων του Κράτους), από την 21.5.2015, ημερομηνία την οποία η Ολομέλεια όρισε και ως χρόνο έναρξης της ουσιαστικής ισχύος της απόφασης περί αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών που η Διοίκηση είχε την υποχρέωση να εκδώσει. Το ως άνω ακυρωτικό διατακτικό της απόφασης του Δικαστηρίου, συμπεριλαμβανομένου του χρονικού περιορισμού των αποτελεσμάτων της ακύρωσης της επίμαχης παράλειψης, ισχύει έναντι όλων (ήτοι, και όσων δεν ήταν διάδικοι στη σχετική δίκη), επομένως και της δεύτερης αιτούσας. Τούτων έπεται ότι την 1η Ιανουαρίου 2015, δηλαδή κατά τον κρίσιμο χρόνο για την επιβολή και τον υπολογισμό του ΕΝ.Φ.Ι.Α. του φορολογικού έτους 2015 (βλ. άρθρα 1 και 4 του ν. 4223/2013), είχε ισχύ και εφαρμογή η 1020564/487/ΟΟΤΥ/Δ/2007 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, παρά τον ανεπίκαιρο χαρακτήρα της, τον οποίο η δεύτερη αιτούσα δεν μπορεί να επικαλεσθεί λυσιτελώς, για να δικαιολογήσει την προσβολή επί ακυρώσει των επίδικων κανονιστικών πράξεων. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, δεν προκύπτει η ύπαρξη επαρκούς αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των προσβαλλόμενων πράξεων (ή, έστω, κάποιας από αυτές) και της προβαλλόμενης βλάβης των δικαιωμάτων της δεύτερης αιτούσας. Κατά συνέπεια, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως ασκούμενη απαραδέκτως, δίχως έννομο συμφέρον, και από τη δεύτερη αιτούσα.

9. Επειδή, κατά συνέπεια, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη στο σύνολο της.

Δια ταύτα

Απορρίπτει την αίτηση.

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

Επιβάλλει στις αιτούσες, συμμέτρως, τη δικαστική δαπάνη του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 28 Ιουνίου 2016

Η Πρόεδρος του Β’ Τμήματος

Η Γραμματέας

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 5ης Οκτωβρίου 2016.

Η Πρόεδρος του Β’ Τμήματος

Ο Γραμματέας του Β’ Τμήματος

Αναζήτηση Άρθρων
Βασική Κατηγορία
Yποκατηγορίες
Έτος
Αναζήτηση με Λέξη
ΕΣΠΑ Banner Αφίσα ESPA Banner